Κινηματικός κανιβαλισμός: λεφτά, safe spaces και μεγάλα «εγώ»!

Το κίνημα (με την ευρεία έννοια), πολιτικές ομάδες και άνθρωποι που κάπως, κάπου συμμετέχουν μιλάνε με πολύ μεγάλη ευκολία – και έπαρση αρκετές φορές – για τον λεγόμενο «κοινωνικό κανιβαλισμό». Για το κοινωνικό αυτό φαινόμενο που καταστρέφει κάθε έννοια κοινότητας και αλληλεγγύης, όπου ο ένας στρέφεται ενάντια στην άλλη, όπου προϋπόθεση της αναπαραγωγής του ενός είναι ο θάνατος του άλλου, όπου η ελευθερία του ενός σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία της άλλης. Καλά κάνουμε και μιλάμε για όλα αυτά. Είναι πραγματικά και πολύ επικίνδυνα, ειδικά όσο περνάνε τα χρόνια και όσο έρχονται όλο και χειρότερες μέρες – τόσο χειρότερες που η τελευταία δεκαετία θα μοιάζει στο μέλλον με παιδική χαρά!

Ας μιλήσουμε όμως και για τον δικό μας κανιβαλισμό, τον κινηματικό κανιβαλισμό. Όλα όσα περιέγραψα παραπάνω ισχύουν αυτολεξεί για πολλές από τις κινηματικές μας εμπειρίες. Η μια συλλογικότητα ψάχνει αφορμές και λόγους για να αισθανθεί καλύτερη από μια άλλη, για να μπορεί να αισθάνεται ότι «τα λέει καλά» ενώ οι άλλοι έχουν αυταπάτες. Η τελευταία τάση στον κινηματικό κανιβαλισμό είναι αυτό που αναφέρω στο προηγούμενο κείμενο: «φτιάχνουμε έναν κατάλογο με τις ιδεολογικά σωστές ιδιότητες (αντιρατσισμός, αντισεξισμός κτλ) και κρίνουμε συμπεριφορές, καταστάσεις όχι με βάση την ιστορικότητά τους και τη συγκυρία αλλά με βάση τον κατάλογό μας. Εάν εμπίπτει στον κατάλογο τότε καλώς «μπορείτε να εισέλθετε», εάν όχι τότε μπορούμε να σε εξορίσουμε στο πυρ το εξώτερον, μακριά από την ασφαλή ζώνη που έχουμε ή προσπαθούμε να φτιάξουμε».

Σε αυτό το κείμενο αναφέρθηκα στα προβλήματα της ιδεολογίας, των ταυτοτήτων και του φόβου που μας εμποδίζουν να αναγνωρίσουμε ότι είμαστε (σκατένιο) κομμάτι αυτού του κόσμου και άρα να ξεπεράσουμε τους εαυτούς μας – να φερθούμε επαναστατικά δηλαδή. Όλα αυτά είναι ουσιαστικό κομμάτι του προβλήματος του κινηματικού κανιβαλισμού αλλά εδώ θα αναπτύξω κάποιες άλλες όψεις του.

Υλικές/κοινωνικές σχέσεις

Τι μας εμποδίζει να είμαστε ενωμένοι (έστω αρνητικά), να έχουμε κοινή στρατηγική ή έστω έναν κοινό μπούσουλα για να αντιμετωπίζουμε τις εξουσίες; Ας αφήσουμε στην άκρη τα θεωρητικά, πολιτικά προβλήματα (γι’ αυτά βλέπε αρνητική ενότητα 1,2). Ας είμαστε ειλικρινείς. Αυτά είναι δικαιολογίες! Οι διαφορές μας θα μπορούσαν να είναι πλούτος αντί να γίνονται ταυτότητες και να λειτουργούν διαχωριστικά. Πρέπει να δούμε τις υλικές/κοινωνικές σχέσεις μεταξύ μας.

Βασικό ζητούμενο στον καπιταλισμό είναι πως το άτομο πρέπει να είναι ανεξάρτητος. Όχι γενικά. Πρέπει να είναι ανεξάρτητος ο καταναλωτής από τον πωλητή, πρέπει να στέκεται μπροστά στο εμπόρευμα ως άγνωστος, αλλοτριωμένος. Για να μπορεί το εμπόρευμα να πουληθεί στη τιμή που έχει ορίσει το κεφάλαιο δε χωράνε παζάρια. Το λέω σχηματικά αλλά είναι περίπου έτσι. Κάθε προσωπική σχέση σαμποτάρει την καπιταλιστική λειτουργία, δεν την αφήνει να «τρέξει» όπως την έχουν ορίσει τα αφεντικά. Για παράδειγμα, όταν δουλεύεις στη καφετέρια και καλύπτεις τη συναδέλφισσά σου που έχει αργήσει. Ή όντας σε μια υπολογιστική εργασία και κάνεις log in στο συνάδελφό σου από τον υπολογιστή του για να φαίνεται ότι ήρθε ή όταν χτυπάς την κάρτα των συνάδελφων σου (όλα αυτά είναι έμπρακτες, πραγματικές πρακτικές αλληλεγγύης στους χώρους εργασίας). Η προσωπική σχέση, η εξάρτηση του ενός από τον άλλον είναι κάτι που το κεφάλαιο θέλει να εξαλείψει. Και έχει εφεύρει και την κατάλληλη ιδεολογία για να κάνει αυτή τη δουλειά. Την ονόμασε αξιοκρατία. Η μόνη εξάρτηση που πρέπει να έχουμε είναι από τη σχέση κεφάλαιο. Πρέπει να εξαρτόμαστε από τη δουλειά που μας δίνει το αφεντικό, από την τροφή του super-market, από το ηλεκτρικό ρεύμα και τη σύνδεση στο internet, από τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή τη παραγωγή πετρελαίου, από το facebook, το viber και το whats app για την επικοινωνία μας, από την ιδιοκτησία και η λίστα δεν έχει τελειωμό. Το θέμα είναι να μην εξαρτόμαστε ο ένας απ΄ την άλλη. Άμα δεν διαμεσολαβεί το κεφάλαιο κάπου ανάμεσα πρέπει να είμαστε ανεξάρτητοι.

Και φτάνουμε με αυτή την πολυλογία στο ζουμί. Μεταξύ μας, οι άνθρωποι που χτίζουμε κοινότητες, καταλήψεις, στέκια και αγώνες ΔΕΝ εξαρτόμαστε η μία από τον άλλον. Είμαι βέβαιος ότι αν πάρεις την προηγούμενη πρόταση και την δεις ξέχωρα χωρίς όλα τα άλλα που έγραψα, μάλλον φαίνεται ότι όλα είναι μια χαρά με αυτή την διαπίστωση. Κι όμως. Αυτή ακριβώς η ανεξαρτησία σημαίνει αλλοτρίωση, σημαίνει η ζωή μου ο θάνατός σου. Το αντίθετο, η εξάρτηση θα έπρεπε να είναι η απάντησή μας (άλλο εξάρτηση, άλλο εθισμός)[1]. Θα πρέπει να συνδεόμαστε μεταξύ μας με τρόπους κοινωνικούς και υλικούς.

Όταν λέμε ότι εμείς χτίζουμε άλλες κοινωνικές σχέσεις νομίζω ότι έχουμε περισσότερο στο μυαλό μας τα αισθήματα που έχουμε για τους άλλους. Στις κοινωνικές σχέσεις συμπεριλαμβάνονται οι πιο άμεσες υλικές σχέσεις αναπαραγωγής. Για την ακρίβεια αυτές οι πιο άμεσες σχέσεις προϋποτίθενται των άλλων. Αν δεν έχεις να φας, δε κάνεις θέατρο. Ο σχετικισμός και η ισοδυναμία ανάμεσα στις ανάγκες είναι ακριβώς συνέπεια αυτής της ανεξαρτησίας του χρήματος που σου προσφέρει το κεφάλαιο. Μόνο αν έχεις χρήματα όλες οι ανάγκες (εμπορεύματα) μπορούν να εμφανίζονται ισοδύναμες απέναντι σου.

Εφόσον, λοιπόν, δε μοιραζόμαστε πραγματικά έναν κοινό κόσμο, δεν εξαρτόμαστε από τους συντρόφους και τις συλλογικότητες είναι πάρα πολύ εύκολο, να αποχωρήσουμε όποτε θέλουμε, να βρίσουμε και να κράξουμε όποιον διαφωνούμε, να διαγράψουμε, να βάλουμε στη μαύρη λίστα όποιον δε γουστάρουμε, να δείρουμε επειδή έτσι. Αυτό είναι το εύκολο, γι’ αυτό βγαίνει τόσο πηγαία, είναι ο κανιβαλισμός της καταστροφής της κοινότητας και της κυριάρχησης του χρήματος.

{Παρένθεση: δεν είναι τυχαίο ότι όσο πιο ανεξάρτητος είναι κάποιος, όσο περισσότερα προνόμια έχει (φύλο, φυλή, τάξη, αρτιμέλεια, ηλικία), όσο πιο πολλά λεφτά έχει ή δίκτυα και σχέσεις που του παρέχουν την αναπαραγωγή του, τόσο πιο γαμάτος αυτοπαρουσιάζεται, τόσο πιο εύκολα καταδικάζει όλους τους άλλους, τόσο πιο πολύ ανακηρύσσει την δικιά του αλήθεια σε μια και μοναδική. Και τόσο πιο εύκολα τα βροντάει και φεύγει. Δεν το λέω με επικριτικό ύφος αυτό για να μην παρεξηγηθώ. Είναι μια πραγματικότητα, έτσι λειτουργούν γενικά τα πράγματα με ελάχιστες εξαιρέσεις και γι’ αυτό πρέπει να τα βάλουμε κάτω και να τα δούμε. Τέλος παρένθεσης.}

Το τέλος του διαλόγου

Ο ισότιμος διάλογος δεν είναι ούτε αξία, ούτε πρόταγμα, ούτε πανάκεια. Είναι ένα εργαλείο, ένας τρόπος επικοινωνίας ανάμεσα σε ανθρώπους που θέλουν να είναι ίσοι μεταξύ τους, που θέλουν να χτίσουν έναν κοινό κόσμο ή/και να διεξάγουν έναν κοινό αγώνα. Δεν υπάρχει λόγος να κάνεις διάλογο με το αφεντικό σου για το μισθό σου παρά μόνο να επιβάλλεις (ή να σου επιβάλλει όπως γίνεται στις μέρες μας).

Το χτίσιμο κοινωνικών σχέσεων που εξασφαλίζουν, μεταξύ άλλων, την κοινωνική μας αναπαραγωγή απαιτεί διάλογο για να βγάλουμε άκρη. Η ανεξαρτησία των ατόμων στο καπιταλιστικό κόσμο καταστρέφει τον διάλογο. Ανέφερα πιο πάνω το παράδειγμα του facebook ως εξάρτηση της επικοινωνίας μας από το κεφάλαιο. Εξάρτηση που σημαίνει ανεξαρτησία από τον άλλον, από το άλλο profile. Παρατηρήστε πόσο δύσκολος έχει γίνει πλέον ο διάλογος στα social media, στα σχόλια σε sites, στο indymedia. Αντί διαλόγου έχουμε μια προσπάθεια εξόντωσης του άλλου. Αυτός ο κανιβαλισμός (και αναφέρομαι βασικά στον κινηματικό) προϋποθέτει ότι με αυτόν τον οποίον βρίζεις στο facebook δεν φτιάχνεις έναν κοινό κόσμο και δε σε ενδιαφέρει να το κάνεις – αφού σου εξασφαλίζει την ύπαρξή σου η καπιταλιστική σχέση ή όποια άλλη (οικογένεια). Το ίδιο συμβαίνει και με τη φυσική παρουσία δεν είναι θέμα fb. Με πόση μεγάλη ευκολία υποβιβάζεις και προσπαθείς να επιβάλλεις σε άλλα άτομα την δικιά σου στρατηγική. Όταν έχεις πάρει θέση απέναντι στο κόσμο της εξουσίας και έχεις συναντηθεί με κάποιους ανθρώπους προσπαθείς να βγάλεις άκρη, να επικοινωνήσεις και όχι να επιτεθείς, να προβοκάρεις, να εξολοθρεύσεις, να υποτάξεις. Αυτή η συμπεριφορά (τόσο συνήθης) είναι του κόσμου της εξουσίας.

Safe spaces και μεγάλα «εγώ»

Και τώρα ένα δύσκολο και ευαίσθητο θέμα. Ως απάντηση σε αυτόν τον γενικευμένο κοινωνικό και κινηματικό κανιβαλισμό, στις πιο συμπαγής αλλά και πιο διάχυτες σχέσεις εξουσίας τα κινήματα έχουν «εφεύρει» τα λεγόμενα safe spaces, τους ασφαλείς χώρους. Χώρους μέσα στους οποίους τα άτομα μπορούν να εκφράζονται ελεύθερα, να υπάρχουν χωρίς καταπιέσεις ακριβώς για να μπορέσουν να φτιάξουν έναν κοινό κόσμο, να επικοινωνήσουν, να κάνουν διάλογο, να βγάλουν μια άκρη. Προφανώς, ο τρόπος που έχουν αναπτυχθεί αυτοί οι χώροι (κυρίως στην ευρώπη) έχουν διάφορα όρια. Για παράδειγμα, η εστίαση τους (αν όχι μόνο αυτό) στην σεξουαλική προτίμηση/δραστηριότητα ως την κοινωνική σχέση που πρέπει να αλλάξουν. Θα είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον αν φτιάχνανε safe spaces, για παράδειγμα, όπου οι πλουσιότεροι θα μοιράζονταν τα προνόμια τους με τους φτωχότερους (θα γινόντουσαν πιο φτωχοί δηλαδή). Όπως και να ‘χει το χτίσιμο μιας κοινής ζωής είναι σημαντικό πράγμα.

Το πρόβλημα ξεκινάει όταν ο ασφαλής χώρος αρχίζει να γίνεται νοητός ή να βιώνεται ως αυτοσκοπός και μόνον. Ο ασφαλής χώρος είναι και μέσον και αυτοσκοπός. Είναι μέσο ώστε να μπορέσεις να υπάρξεις, να εκφραστείς και να κάνεις μετά πολιτική, να αναμετρηθείς με την πραγματικότητα δηλαδή. Είναι ένα καταφύγιο που φτιάχνεις, ένα ορμητήριο για να ξεκινάς από κάποια βάση, από μια αναφορά, από ένα έδαφος. Και είναι αυτοσκοπός ως η δημιουργία του άλλου κόσμου, της άλλης κοινωνίας στο εδώ και το τώρα. Αν μείνουμε μόνο στον «αυτοσκοπό» τότε οδηγούμαστε με βεβαιότητα στον φετιχισμό και στον αναχωρητισμό (τα κινήματα στις ΗΠΑ του ’60 και του ‘70 είναι ένα καλό παράδειγμα). Και αν μείνουμε μόνο στο «μέσο» τότε γινόμαστε πολεμικές μηχανές, εργαλεία του κινήματος, αλλοτριωνόμαστε.

Οι «ασφαλείς χώροι» σαν έννοια είναι αρκετά ουδέτερη έτσι όπως την χρησιμοποιώ ως εδώ. Το θέμα είναι ποια είναι τα πολιτικά περιεχόμενα. Ασφαλείς χώρους μπορούν να φτιάξουν οι φασίστες, οι χριστιανοί κοκ. Βασικά για να τα λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους τους ασφαλείς χώρους δεν τους εφηύρε κανένα ριζοσπαστικό κίνημα. Υπήρχαν από πάντα και θα υπάρχουν πάντα από όλες τις ομάδες που θέλουν να κάνουν πολιτική, να αλλάξουν τον κόσμο. Είτε θα ονομάζονται λέσχες, είτε θα είναι κλειστές σέχτες, είτε θα είναι στέκια, κατηχητικά κοκ. Η διαφορά είναι στους πολιτικούς στόχους. Έτσι από μια αντιεξουσιαστική σκοπιά σημασία δεν έχει αν υιοθετείς αυτή την πρακτική ή μορφή αλλά με ποιόν τρόπο χρησιμοποιείς αυτή την πρακτική για να ενισχύσεις την αντιεξουσιαστική προοπτική και αγώνα. Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο; Τέτοιους συγκεκριμένους τρόπος δεν πολυβλέπουμε.

Αν οι ασφαλείς χώροι είναι ένας χώρος ανεξαρτησίας από τους άλλους ανθρώπους του κινήματος και από άλλες συλλογικότητες, αν είναι ένας χώρος που στα όρια του σταματάει ο διάλογος, ένας χώρος όπου τα ατομικά ή συλλογικά «εγώ» βρίσκουν το χώρο για να εξυψωθούν και να διακηρύξουν τη γαματοσύνη τους έναντι της ανεπάρκειας όλων των άλλων, χώροι όπου θα χτίζονται νέες στιβαρές ταυτότητες, νέα κλειστά ιδεολογικά σχήματα με τα οποία θα βλέπουμε τον κόσμο τότε οι ασφαλείς χώροι δεν έχουν να συνεισφέρουν στον αντιεξουσιαστικό χώρο ή στο αυτοοργανωμένο κίνημα. Είναι κάτι irrelevant που λένε και οι αγγλόφωνοι σύντροφοι. Κάποιος/α/οι κάνει το κομμάτι του και καλά κάνει και το κάνει. Αλλά μην το μπερδεύουμε με τις κοινότητες αγώνες, την αντιεξουσιαστική/αναρχική πρακτική και το αυτοοργανωμένο κίνημα. Και επειδή προσπαθώ σε καθετί να βρίσκω κάτι χρήσιμο, θεωρώ πως ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να μάθουμε πράγματα δια της άρνησης, δια του τι δεν πρέπει, τι δεν θέλουμε να κάνουμε.

Κοινός κόσμος

Ως κατακλείδα. Όταν προτάσσουμε έναν άλλο κόσμο, οφείλουμε να δημιουργούμε τις κοινωνικές σχέσεις αυτού του κόσμου στο εδώ και το τώρα. Κοινωνικές σχέσεις όχι ως σχέσεις αγάπης και συμπάθειας αλλά ως σχέσεις που εξασφαλίζουν την κοινωνική αναπαραγωγή (από τη τροφή ως την ελεύθερη έκφραση). Στον άλλο κόσμο που θέλουμε δε θα αγαπιόμαστε όλες μεταξύ μας ή δε θα τους συμπαθούμε όλους. Αυτός δεν είναι λόγος για να μην χτίζουμε έναν κοινό κόσμο με αυτούς τους ανθρώπους. Η αγάπη και οι συμπάθειες συμβαίνουν για λόγους πολύ πιο μακρινούς από αυτούς που μπορεί να εξηγήσει η γλώσσα. Για να χτίζουμε αυτόν τον κοινό κόσμο χρειάζεται να έχουμε πάρει θέση, να έχουμε πάρει μια απόφαση. Μια θέση που λέει πως εμείς, όσοι αγωνιζόμαστε και θέλουμε να αγωνιζόμαστε είμαστε αυτός ο κόσμος και δεν είναι κάποιος άλλος που θα εμφανιστεί από κάποιο ουτοπικό υπερπέραν. Να ξεκινάμε από το ότι «αυτή είναι η φάση», αυτοί είμαστε, με αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να βγάλουμε άκρη και όχι με αυτούς που ιδεολογικά έχουμε στο μυαλό μας, με τους ανθρώπους αυτούς που ιστορικά υπάρχουν πρέπει να συνεννοηθούμε.

Βέβαια αυτό πρέπει να είναι αμοιβαίο αλλά έχουμε μάθει από την εμπειρία ότι αν το κάνεις εσύ το κάνει και ο άλλος. Ας κάνει η κάθε μεριά αυτό που της αναλογεί. Και όσο το κάνουμε αυτό τότε όλο και περισσότεροι δημιουργικοί άνθρωποι με όρεξη και διάθεση να αρνηθούν έμπρακτα αυτόν τον κόσμο θα χωράνε και θα εκφράζονται στα κινήματά μας. Για να αρνηθεί κάποιος έμπρακτα αυτόν τον κόσμο πρέπει να φτιάχνει παράλληλα και κάποιον άλλον. Αλλιώς μιλάμε για άρνηση που σημαίνει θάνατο, που σημαίνει καταστροφή (αυτό εκφράζεται με τις αυτοκτονίες στη κοινωνία, τις αυτοθυσίες και ρεύματα του αντικοινωνικού μηδενισμού).

Για να συνεχίζουμε να υπάρχουμε, να κρατάμε δηλαδή ζωντανή τη δυνατότητα για την άρνηση του κόσμου τούτου, για να μεγαλώνουμε ποσοτικά και να βαθαίνουμε ποιοτικά δε μπορούμε παρά να σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα (πχ. το αυτοοργανωμένο κίνημα στη δεκαετία του 2020-2030). Γι’ αυτό έχει σημασία με ποιους τρόπους θα χωράνε όλο και περισσότεροι άνθρωποι στα επόμενα χρόνια. Ποια πράγματα που κάνουμε εμείς είναι εμπόδιο και γι’ αυτούς και για την αποτελεσματικότητά μας. Ο κινηματικός κανιβαλισμός είναι ένα εμπόδιο και πρέπει να ξεπεραστεί για λόγους όχι μόνο επαναστατικούς αλλά και αναπαραγωγής. Ή μάλλον αναπαραγωγής και γι’ αυτό επαναστατικούς.


[1] Είναι σημαντικό να διακρίνουμε ανάμεσα στην εξάρτηση και τον εθισμό. Ο εθισμός είναι ο φετιχισμός της εξάρτησης. Η εξάρτηση είναι μια σχέση σταθερή δύο μερών η οποία μπορεί να έχει τον χαρακτήρα κοινής απόφασης, επιλογής, εξαναγκασμού με σκοπό την ικανοποίηση κάποιας ανάγκης ή κάποιου σκοπού. Ο εθισμός είναι αυτοσκοπός, αρχίζει και τελειώνει στον εαυτό του. Είναι φετίχ. Δεν έχει σκοπό άλλον από τον εαυτό, δεν ικανοποιεί κάποια ανάγκη πέρα από την δικιά του. Πχ η εξάρτηση από το facebook για την επικοινωνία με κάποια άτομα είναι υπαρκτή, γλιτώνεις και τα τηλέφωνα, έχει διάφορες δυνατότητες. Ο εθισμός στο fb είναι κάτι άλλο. Κάνει την επικοινωνία με τους άλλους αυτοσκοπό, φετίχ, γίνεται κάτι που δεν έχει τέλος συγκεκριμένο.

16 responses to “Κινηματικός κανιβαλισμός: λεφτά, safe spaces και μεγάλα «εγώ»!

Leave a Reply

Your email address will not be published.