Black Athena

Ενάντια στο Κυρίαρχο Αρσενικό. Κόντρα στην έλλειψη Σκοπού και Φαντασίας

Για όλα τα ζητήματα, τα οποία μας απασχολούν μέσα στα κινήματα, υπάρχει ένας τρόπος να συζητάς, να κάνεις κριτική και να βγάζεις αποτελέσματα που είναι αδιαμφισβήτητης αποτελεσματικότητας. Αυτός ο τρόπος περιλαμβάνει την έρευνα και την τεκμηριωμένη ανάλυση, την κριτική σκέψη, την έμφαση στην επιχειρηματολογία και τον αναστοχασμό και τέλος, με βάση τον σκοπό μας, αυτό που φανταζόμαστε ότι μπορεί να γίνει. Πολύ σημαντικός ο αναστοχασμός και ειδικά όταν έχεις έναν ανατρεπτικό σκοπό. Γυρνάς πίσω, αξιολογείς την εμπειρία, βλέπεις τα λάθη και τα σωστά και τα διορθώνεις. Και πάλι από την αρχή. Ύστερα, μέσα από τη συλλογική διάνοια και συνεργασία θα καταλήξετε σε κάποιες πρακτικές που να έχουν αποτέλεσμα στον αγώνα. Συμφωνείς ή διαφωνείς με βάση αυτά που λέει κάποιος και ΟΧΙ με βάση του ποιος τα λέει, αν τον συμπαθείς, αν θέλεις να αναγνωριστείς από τον πιο ισχυρό ή να φτιάξεις συμμαχίες.

ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΝΕΝΑ ΝΟΗΜΑ αν δεν συμπεριλάβεις το ανθρωπολογικό και ψυχολογικό υπόστρωμα των ανθρώπων που κάνουν ότι κάνουν. Και αυτό, από μια ελευθεριακή σκοπιά, όχι με έναν ψυχολογίστικο, πατροναριστικό τρόπο όπου θα «χειρίζεσαι» τους άλλους με βάση την κατάστασή τους. Αλλά με βοήθεια να συνειδητοποιήσουν οι ίδιοι οι άνθρωποι τι τους συμβαίνει και να ξεκαθαρίσουν, τέλος πάντων, τι θέλουν να κάνουν.

Ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα είναι το εξής, σε μορφή ερωτήματος. Είναι δυνατόν να προχωρήσει κάποια κοινωνική ανατροπή χωρίς να υπάρχουν ισχυρές, μαζικές κοινωνικο-πολιτικές οργανώσεις; Είναι δυνατόν κάτι τέτοιο να μπορεί να επιτευχθεί με μικρές ομάδες συγγένειας, με συνελεύσεις γειτονιών για φαμίλιες, με παρέες και φίλους, με κοινότητες αγώνα των 15 ατόμων; Η απάντηση είναι φυσικά και ΟΧΙ, δεν είναι δυνατόν. Πώς γίνεται όλοι οι τρόποι οργάνωσης που επιλέγονται και όλα τα εγχειρήματα να αφορούν έναν συγκεκριμένο αριθμό ατόμων. Ποια τα κίνητρα και οι σκοποί των συμμετεχόντων; Αυτά είναι γνωστά ζητήματα αλλά η άρνηση να τοποθετηθούν με ειλικρίνεια είναι συνεχής και επίμονη. Οι συμμετέχοντες, βουτηγμένοι στον μικροκοσμό τους αδυνατούν να δουν την πραγματικότητα όχι γιατί είναι διανοητικά φτωχοί αλλά γιατί δε θέλουν. Γιατί οι σκοποί τους είναι άλλοι. Και αυτό είναι ανθρώπινο – όπως θα δείτε παρακάτω. Αλλά τουλάχιστον ας ονοματίζουν τους σκοπούς τους όπως είναι.

Θα ήθελα πάρα πολύ να έβρισκα το χρόνο να γράψω για όλα αυτά. Επειδή δεν τον βρίσκω, όμως, το μόνο που θα κάνω σε αυτό το κείμενο είναι να αντιγράψω ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Harrari, SAPIENS  (εκδόσεις: αλεξάνδρεια, 2015) που αφορά άμεσα το θέμα. Δεν βάζω τον Harrari επειδή συμφωνώ με την προσέγγισή του. Κάθε άλλο. Απλά επειδή το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι χρήσιμο, αξιόπιστο και γενικά ευκολοδιάβαστο. Και μιλά απευθείας για όλα τα ζητήματα του «χώρου» ή των «χώρων». Οποιαδήποτε ομοιότητα με εμπειρίες που έχεις συναντήσει ΔΕΝ είναι συμπτωματικές. Είναι το πραγματικό, ανθρωπολογικό υπόστρωμα των κοινωνικών μας σχέσεων.  Όπως και να έχει, η ενασχόληση με την έρευνα, με το ανθρωπολογικό, ψυχικό και βιολογικό υπόστρωμα των ανθρώπων και των συμμετεχόντων στους αγώνες αφορά συλλογικές δυνάμεις και όχι προσωπικά μπλογκς.

Θα αναδειχθεί παρακάτω – ξανά – ότι ο εχθρός μας είναι το κυρίαρχο αρσενικό. Σε κάθε μικροομάδα πρέπει η εμφάνισή του να αποτρέπεται και να καταστρέφεται μόλις εμφανίζεται. Οι φεμινίστριες έχουν δείξει το δρόμο…. το έχει επιβεβαιώσει και η ανθρωπολογία, αν δε σας φτάνουν τα επιχειρήματά τους. Για να προχωρήσουμε σε μαζικές, κοινωνικές, ελευθεριακές οργανώσεις θα πρέπει , ΠΡΩΤΑ, να θέσουμε φραγμό στο κυρίαρχο αρσενικό και ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ να αναπτύξουμε τη φαντασία μας και το όραμά μας με έναν τρόπο που να βγάζει νόημα.

“The Lion-man” χρονολογείται περίπου 35 με 40 χιλιάδες χρόνια πριν

{Τα αποσπάσματα βρίσκονται ανάμεσα στις σελίδες 37 και 50 του βιβλίου.}

σ. 37-40

«Οι χιμπατζήδες ξάδερφοι μας ζουν συνήθως σε μικρές ομάδες μερικών δεκάδων ατόμων. Κάνουν στενές φιλίες, κυνηγούν μαζί και πολεμάνε ο ένας δίπλα στον άλλο εναντίον μπαμπουίνων, γατόπαρδων και άλλων εχθρικών χιμπατζήδων. Η κοινωνική τους δομή είναι ιεραρχική. Το κυρίαρχο μέλος της ομάδας είναι σχεδόν πάντα αρσενικό. Τα υπόλοιπα αρσενικά και θηλυκά δείχνουν την υποταγή τους στο κυρίαρχο αρσενικό σκύβοντας μπροστά του ενώ συγχρόνως βγάζουν συγκεκριμένους γρυλισμούς, περίπου όπως και οι άνθρωποι μπροστά σε ένα βασιλιά. Το κυρίαρχο αρσενικό προσπαθεί να διατηρεί την κοινωνική αρμονία μέσα στην ομάδα του. Όταν δύο άτομα τσακώνονται, θα επέμβει για να σταματήσει τη βία. Δεν είναι όμως πάντα έτσι γενναιόδωρος, μπορεί να μονοπωλεί ιδιαίτερα επιθυμητές τροφές και να μην αφήνει τα αρσενικά που βρίσκονται σε χαμηλότερη θέση να ζευγαρώσουν με τα θηλυκά.

Όταν δύο αρσενικά ανταγωνίζονται για τη θέση του κυρίαρχου, το κάνουν συνήθως σχηματίζοντας μεγάλους συνασπισμούς υποστηρικτών, αρσενικών και θηλυκών, από τα μέλη της ομάδας. Οι δεσμοί ανάμεσα στα μέλη των συνασπισμών συνάπτονται στη βάση της στενής καθημερινής επαφής – αγκαλιάσματα, αγγίγματα, φιλιά, περιποίηση και αμοιβαίες εξυπηρετήσεις. Όπως ακριβώς οι πολιτικοί στις προεκλογικές εκστρατείες περιοδεύουν κάνοντας χειραψίες και φιλώντας μωρά, έτσι και οι διεκδικητές της ανώτερης θέσης σε μια ομάδα χιμπατζήδων περνάνε πολύ χρόνο αγκαλιάζοντας, χαϊδεύοντας και φιλώντας μωρά πιθηκάκια. Συνήθως το κυρίαρχο αρσενικό δεν κερδίζει τη θέση του επειδή είναι πιο δυνατό σωματικά, αλλά επειδή έχει πίσω του έναν μεγάλο και σταθερό συνασπισμό. Οι συνασπισμοί αυτοί παίζουν σημαντικό ρόλο όχι μόνο κατά τη διάρκεια της αντιπαράθεσης για τη θέση του κυρίαρχου, αλλά σχεδόν σε όλες τις καθημερινές δραστηριότητες. Τα μέλη του συνασπισμού περνάνε πολύ χρόνο μαζί, μοιράζονται την τροφή και αλληλοβοηθούνται όταν υπάρχουν δυσκολίες.

Τα όρια στο μέγεθος των ομάδων που μπορούν να σχηματιστούν και να διατηρηθούν με αυτό τον τρόπο είναι προφανή. Προκειμένου να μπορεί η ομάδα να λειτουργήσει, όλα τα μέλη πρέπει να γνωρίζονται καλά μεταξύ τους. Δύο χιμπατζήδες που δεν έχουν συναντηθεί ποτέ, που δεν έχουν τσακωθεί ή δεν έχουν ξεψειρίσει ο ένας τον άλλο δεν θα γνωρίζουν αν μπορούν να εμπιστευτούν τον άλλο, αν θα άξιζε να τον βοηθήσουν, ούτε ποιος από τους δύο είναι ανώτερος στην ιεραρχία. Σε φυσικές συνθήκες, μια χαρακτηριστική ομάδα χιμπατζήδων αποτελείται από 20-50 άτομα. Όσο αυξάνεται ο αριθμός των χιμπατζήδων μιας ομάδας, η κοινωνική ευταξία αποσταθεροποιείται, και αυτό οδηγεί τελικά σε ρήξη και δημιουργία νέας ομάδας από ορισμένα από τα ζώα. Σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις έχουν παρατηρήσει οι ζωολόγοι ομάδες μεγαλύτερες των 100 ατόμων. Οι διαφορετικές ομάδες σπάνια συνεργάζονται και συνήθως ανταγωνίζονται για την περιοχή τους και την τροφή. Ερευνητές έχουν καταγράψει παρατεταμένες εχθροπραξίες μεταξύ ομάδων, ακόμα και μία περίπτωση «γενοκτονικής» συμπεριφοράς, κατά την οποία μία ομάδα εξολόθρευσε συστηματικά τα περισσότερα μέλη μίας γειτονικής ομάδας.

Παρόμοια πρότυπα είναι πιθανό να επικρατούσαν και στην κοινωνική ζωή των πρώιμων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και στου χόμο σάπιενς. Οι άνθρωποι, όπως και οι χιμπατζήδες, έχουν κοινωνικά ένστικτα τα οποία επέτρεψαν στους προγόνους μας να σχηματίζουν φιλίες και ιεραρχίες και να κυνηγούν ή να πολεμούν μαζί. Ωστόσο, τα κοινωνικά ένστικτα των ανθρώπων, όπως και των χιμπατζήδων, ήταν κατάλληλα προσαρμοσμένα μόνο για μικρές ομάδες με στενούς δεσμούς. Όταν η ομάδα μεγάλωνε υπερβολικά, η κοινωνική της ευταξία διαταρασσόταν και η ομάδα χωριζόταν. Ακόμα κι αν μια εξαιρετικά γόνιμη κοιλάδα μπορούσε να συντηρήσει 500 αρχαίους σάπιενς, δεν θα υπήρχε περίπτωση να μπορέσουν να ζήσουν μαζί τόσοι πολλοί άγνωστοι. Πώς θα συμφωνούσαν ποιος θα είναι ο αρχηγός, πού θα κυνηγάει ο καθένας ή ποιος θα ζευγαρώνει με ποιον.

Με την έλευση της Γνωσιακής Επανάστασης, το κουτσομπολιό βοήθησε τον χόμο σάπιενς να σχηματίζει μεγαλύτερες ομάδες. Αλλά ακόμα και το κουτσομπολιό έχει τα όριά του. Κοινωνιολογικές έρευνες έχουν δείξει ότι το μέγιστο «φυσικό» μέγεθος μιας ομάδας που συνδέεται μέσω του κουτσομπολιού είναι περίπου 150 άτομα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να γνωρίζουν στενά ούτε να κουτσομπολεύουν αποτελεσματικά πάνω από 150 άλλους ανθρώπους.

Ακόμα και σήμερα, το αποφασιστικό όριο στους ανθρώπινους οργανισμούς βρίσκεται γύρω σ’αυτόν τον μαγικό αριθμό. Κάτω από το όριο αυτό, κοινότητες, επιχειρήσεις, κοινωνικά δίκτυα και στρατιωτικές μονάδες μπορούν να συντηρηθούν κυρίως στη βάση της προσωπικής γνωριμίας και της φημολογίας. Για να διατηρείται η τάξη, δεν χρειάζεται επίσημη ιεραρχία, τίτλοι και νομικά βιβλία. Μια διμοιρία με 30 στρατιώτες ή ακόμα κι ένας λόχος με 100 μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στη βάση των προσωπικών σχέσεων, με ελάχιστη επίσημη πειθαρχία. Ένας λοχίας που τον σέβονται όλοι μπορεί να γίνει ο «βασιλιάς του λόχου» και να ασκεί εξουσία ακόμα και στους ιεραρχικά ανώτερούς του. Μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση μπορεί να επιβιώσει και να αναπτυχθεί χωρίς διοικητικό συμβούλιο, διευθύνοντα σύμβουλο ή λογιστικό τμήμα.

Όταν όμως ξεπεραστεί το όριο των 150 ατόμων, τα πράγματα δεν μπορούν πια να λειτουργήσουν έτσι. Δεν μπορείς να διοικείς μια μεραρχία με χιλιάδες στρατιώτες με τον ίδιο τρόπο που διοικείς μια διμοιρία. Οι επιτυχημένες οικογενειακές επιχειρήσεις συνήθως περνάνε κρίση όταν μεγαλώνουν και αποκτούν περισσότερο προσωπικό. Αν δεν μπορούν να επαναπροσδιοριστούν, καταστρέφονται.

Πώς κατάφερε ο χόμο σάπιενς να περάσει αυτό το κρίσιμο όριο, και έφτασε τελικά να δημιουργήσει πόλεις με δεκάδες χιλιάδες κατοίκους και αυτοκρατορίες με εκατοντάδες εκατομμύρια υπηκόους; Το μυστικό ήταν μάλλον η εμφάνιση της φαντασίας. Μεγάλος αριθμός αγνώστων μπορούν να συνεργαστούν με επιτυχία αν πιστεύουν σε κοινούς μύθους.

Οποιαδήποτε συνεργασία ανθρώπων σε μεγάλη κλίμακα – είτε πρόκειται για σύγχρονο κράτος, μια μεσαιωνική Εκκλησία, μια αρχαία πόλη ή μια αρχαϊκή φυλή – είναι θεμελιωμένη σε κοινούς μύθους που υπάρχουν μόνο στη συλλογική φαντασία των ανθρώπων. Οι Εκκλησίες βασίζονται σε κοινούς θρησκευτικούς μύθους. Δύο καθολικοί που δεν έχουν γνωριστεί ποτέ τους μπορούν, παρ’ όλα αυτά, να πάνε μαζί σε μια σταυροφορία ή να συγκεντρώσουν χρήματα για τη δημιουργία ενός νοσοκομείου, επειδή και οι δύο πιστεύουν ότι ο Θεός ενσαρκώθηκε και αφέθηκε να σταυρωθεί για να μας λυτρώσει από την αμαρτία. Τα κράτη βασίζονται σε κοινούς εθνικούς μύθους. Δύο Σέρβοι που δεν έχουν ξανασυναντηθεί ποτέ, μπορεί να διακινδυνέψουν τη ζωή τους για να σώσουν ο ένας τον άλλο επειδή και οι δύο πιστεύουν στην ύπαρξη του σέρβικου έθνους, της πατρίδας Σερβίας και της σέρβικης σημαίας. Τα δικαστικά συστήματα βασίζονται σε κοινούς νομικούς μύθους. Δύο δικηγόροι που δεν έχουν ξανασυναντηθεί ποτέ μπορούν, εντούτοις, να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να υπερασπιστούν έναν άγνωστο επειδή πιστεύουν στην ύπαρξη των νόμων, της δικαιοσύνης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – και στα χρήματα που θα πάρουν για αμοιβή.

Ωστόσο, τίποτα από όλα αυτά δεν υπάρχει έξω από τις ιστορίες που επινοούν και λένε αναμεταξύ τους οι άνθρωποι. Δεν υπάρχουν θεοί στο σύμπαν, ούτε έθνη, ούτε χρήμα, ούτε ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε νόμοι, ούτε δικαιοσύνη έξω από το κοινό φαντασιακό των ανθρώπων.

Οι άνθρωποι καταλαβαίνουν χωρίς δυσκολία ότι η κοινωνική τάξη των «πρωτόγονων» διασφαλιζόταν επειδή πίστευαν σε φαντάσματα και πνεύματα, και με κάθε πανσέληνο συγκεντρώνονταν για να χορέψουν γύρω από τη φωτιά. Αυτό που δεν μπορούμε να αντιληφθούμε είναι ότι και οι δικοί μας σύγχρονοι θεσμοί λειτουργούν στην ίδια ακριβώς βάση. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον κόσμο των επιχειρήσεων. Οι σύγχρονοι επιχειρηματίες και δικηγόροι είναι στην πραγματικότητα μεγάλοι μάγοι. Η κύρια διαφορά ανάμεσα σε αυτούς και τους σαμάνους της φυλής είναι ότι οι σημερινοί δικηγόροι λένε πολύ πιο παράξενες ιστορίες.»

σ. 43-45.

«Στην πορεία των χρόνων, οι άνθρωποι έχουν υφάνει ένα απίστευτα περίπλοκο δίκτυο ιστοριών… Στους ακαδημαϊκούς κύκλους, τα πράγματα που φτιάχνουν οι άνθρωποι μέσα από αυτό το δίκτυο ιστοριών είναι γνωστά ως «φανταστικά πλάσματα», «κοινωνικές κατασκευές» ή «φαντασιακές πραγματικότητες». Η φαντασιακή πραγματικότητα δεν είναι ένα ψέμα. Ψέματα είναι όταν λέω πως υπάρχει ένα λιοντάρι κοντά στο ποτάμι, ενώ ξέρω πολύ καλά ότι δεν υπάρχει. Τα ψέματα δεν είναι τίποτα σπουδαίο. Και οι πράσινες μαϊμούδες και οι χιμπατζήδες ξέρουν να λένε ψέματα. Για παράδειγμα, έχουμε παρατηρήσει μια πράσινη μαϊμού να φωνάζει «Προσοχή! Λιοντάρι!», ενώ δεν υπήρχε κανένα λιοντάρι εκεί κοντά. Ο συναγερμός της όμως τρόμαξε μια άλλη μαϊμού που είχε μόλις βρει μια μπανάνα, αφήνοντας πολύ βολικά την ψεύτρα να κρατήσει το τρόπαιο για τον εαυτό της.

Αντίθετα με τα ψέματα, η φαντασιακή πραγματικότητα είναι κάτι που όλοι πιστεύουν, και όσο η κοινή αυτή πεποίθηση διατηρείται, η φαντασιακή πραγματικότητα ασκεί δύναμη στον κόσμο. Ο γλύπτης από το σπήλαιο του Στάντελ μπορεί να πίστευε ειλικρινά ότι το πνεύμα-προστάτης με τη μορφή του ανθρώπου-λιονταριού υπήρχε. Κάποιοι μάγοι είναι τσαρλατάνοι, αλλά οι περισσότεροι πιστεύουν ειλικρινά στην ύπαρξη θεών και δαιμόνων. Οι περισσότεροι εκατομμυριούχοι πιστεύουν στην ύπαρξη του χρήματος και των ανωνύμων εταιρειών. Οι περισσότεροι ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα πιστεύουν ειλικρινά στην ύπαρξη των δικαιωμάτων αυτών. Κανένας δεν έλεγε ψέματα όταν, το 2011, ο ΟΗΕ απαίτησε από την κυβέρνηση της Λιβύης να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών της, μολονότι ο ΟΗΕ, η Λιβύη και τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι πλάσματα της γόνιμης φαντασίας μας.

Από τη Γνωσιακή Επανάσταση και μετά, λοιπόν, οι σάπιενς ζουν σε μια διπλή πραγματικότητα. Από τη μια, στην αντικειμενική πραγματικότητα των ποταμών, των δέντρων και των λιονταριών, από την άλλη, στη φαντασιακή πραγματικότητα των θεών, των εθνών και των εταιρειών. Όσο περνούσε ο καιρός, η φαντασιακή πραγματικότητα γινόταν όλο και πιο ισχυρή, μέχρι του σημείου που, σήμερα, η ίδια επιβίωση των ποταμιών, των δέντρων και των λιονταριών εξαρτάται από την καλοσύνη των φανταστικών πλασμάτων όπως οι θεοί, τα έθνη και οι εταιρείες.

Η παράκαμψη του γονιδιώματος

Η ικανότητα της δημιουργίας μιας φαντασιακής πραγματικότητας επέτρεψε σε μεγάλους αριθμούς αγνώστων να συνεργάζονται αποτελεσματικά. Έκανε, όμως, και κάτι ακόμα. Εφόσον η ανθρώπινη συνεργασία μεγάλης κλίμακας είναι βασισμένη σε μύθους, ο τρόπος με τον οποίο συνεργάζονται οι άνθρωποι μπορεί να αλλάξει αν αλλάξουν οι μύθοι – αν ειπωθεί μια διαφορετική ιστορία. Κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες, οι μύθοι μπορούν να αλλάξουν ταχύτατα. Το 1789, ο πληθυσμός της Γαλλίας πέρασε σχεδόν σε μία νύχτα από το μύθο της ελέω Θεού βασιλείας στο μύθο της λαϊκής κυριαρχίας. Επομένως, από τη Γνωσιακή Επανάσταση και μετά, ο χόμο σάπιενς ήταν σε θέση να αναθεωρεί ταχύτατα τη συμπεριφορά του, ανάλογα με τις αλλαγές των αναγκών του. Έτσι, διανοίχτηκε μια λωρίδα ταχείας κυκλοφορίας της πολιτισμικής εξέλιξης, η οποία παρέκαμπτε τα μποτιλιαρίσματα της γενετικής εξέλιξης. Κινούμενος ταχύτατα σε αυτή τη λωρίδα, ο χόμο σάπιενς σύντομα ξεπέρασε κατά πολύ όλα τα άλλα ανθρώπινα και ζωικά είδη, χάρη στην ικανότητά του για συνεργασία.»

σ.49-50

«Η Γνωσιακή Επανάσταση είναι, συνεπώς, το σημείο όπου η ιστορία διακήρυξε την ανεξαρτησία της από τη βιολογία. Μέχρι τη Γνωσιακή Επανάσταση, οι πράξεις κάθε ανθρώπου ανήκαν στη σφαίρα της βιολογίας ή, αν προτιμάτε, της προϊστορίας (προσπαθώ να αποφεύγω τον όρο «προϊστορία», γιατί υποδηλώνει λανθασμένα ότι ακόμα και πριν από τη Γνωσιακή Επανάσταση οι άνθρωποι αποτελούσαν μια ξεχωριστή κατηγορία). Από τη Γνωσιακή Επανάσταση και μετά, οι ιστορικές αφηγήσεις αντικαθιστούν τις βιολογικές θεωρίες ως ο κύριος τρόπος να εξηγούμε την εξέλιξη του χόμο σάπιενς. Για να κατανοήσουμε τη γέννηση του χριστιανισμού ή τη Γαλλική Επανάσταση, δεν αρκεί να κατανοούμε την αλληλεπίδραση γονιδίων, ορμονών και οργανισμών. Είναι απαραίτητο να λάβουμε επίσης υπόψη την αλληλεπίδραση ιδεών, οραμάτων και φαντασίας.

Αυτό δε σημαίνει ότι ο χόμο σάπιενς και ο ανθρώπινος πολιτισμός κατάφεραν να εξαιρεθούν από τους νόμους της βιολογίας. Εξακολουθούμε να είμαστε ζώα και οι σωματικές, συναισθηματικές και νοητικές μας ικανότητες διαμορφώνονται από το DNA μας. Οι κοινωνίες μας οικοδομούνται με τα ίδια δομικά συστατικά όπως και οι κοινωνίες των νεάτερνταλ ή των χιμπατζήδων, και όσο περισσότερο εξετάζουμε τα συστατικά αυτά – αισθήσεις, συναισθήματα, οικογενειακούς δεσμούς –, τόσο μικρότερες διαφορές βρίσκουμε ανάμεσα σε εμάς και τους άλλους πιθήκους.

Ωστόσο, είναι λάθος να αναζητούμε τις διαφορές σε επίπεδο ατόμου ή οικογένειας. Ένας προς έναν, ή ακόμα και δέκα προς δέκα, μοιάζουμε απελπιστικά με τους χιμπατζήδες. Οι σημαντικές διαφορές αρχίζουν να εμφανίζονται μόνο όταν περνάμε το όριο των 150 ατόμων, και όταν φτάνουμε στα 1.000-2.000 άτομα, οι διαφορές είναι συγκλονιστικές. Αν προσπαθούσατε να βάλετε μαζί χίλιους χιμπατζήδες στην πλατεία Τιεν Ανμέν, στη Γουόλ Στριτ, στο Βατικανό ή στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών, το αποτέλεσμα θα ήταν πανδαιμόνιο. Οι σάπιενς, αντιθέτως, συγκεντρώνονται τακτικά ανά χιλιάδες σε τέτοια μέρη. Όλοι μαζί, δημιουργούν εύτακτα μοντέλα – όπως τα εμπορικά δίκτυα, μαζικούς εορτασμούς, πολιτικούς θεσμούς – που δεν θα μπορούσαν ποτέ να δημιουργηθούν αν ήταν απομονωμένοι. Η πραγματική διαφορά ανάμεσα σε εμάς και τους χιμπατζήδες είναι η μυθική κόλλα που συνενώνει μεγάλους αριθμούς ατόμων, οικογενειών και ομάδων. Η κόλλα αυτή μας έχει κάνει άρχοντες της δημιουργίας.»

2 thoughts on “Ενάντια στο Κυρίαρχο Αρσενικό. Κόντρα στην έλλειψη Σκοπού και Φαντασίας

    1. superadmin Post author

      Όχι, σε καμία περίπτωση. “Όλη η εξουσία” ή η Κυριαρχία εκπορεύεται και προϋποθέτει πολύ περισσότερα απ’ ότι το αρχέτυπο του κυρίαρχου Αρσενικού. Ειδικά, στις πολυάριθμες κοινωνίες και όχι στις μικρές κοινότητες. Για τις κοινότητες των 15-20 ατόμων φτάνει και περισσεύει το μοτίβο του κυρίαρχου αρσενικού.

Leave a Reply

Your email address will not be published.