Για να περάσουμε στο τρίτο μέρος αυτού του θέματος (το δεύτερο εδώ) πρέπει πρώτα να θυμηθούμε κάτι από το πρώτο: «Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι πως από την αρχή του {το πανεπιστήμιο} συγκεντρώνει ένα πλήθος ανθρώπων από ανώτερα κοινωνικά στρώματα ή τέλος πάντων αυτούς που μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε αυτά που επιδιώκουν να μελετούν, να καταγράφουν και να ταξινομούν (άρα και να δημιουργούν) γνώση και οι οποίοι κατακτούν μια ιδιαίτερη αυτονομία και εξουσία».
Το γεγονός ότι τα πανεπιστήμια συγκέντρωναν ανθρώπους από ανώτερα κοινωνικά στρώματα και δημιουργούσαν γνώση μέσα σε ένα ιδιαίτερο πλαίσιο αυτονομίας. Μέσα στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα θα συναντήσεις πολύ κόσμο με κοινωνικές ευαισθησίες. Η καλλιέργεια και η κουλτούρα της παλιάς ελίτ υπαγόρευαν πολλές από αυτές. Περιβάλλον, φιλανθρωπία, «οι καημένοι οι φτωχοί», οι μετανάστες.
Ανοίγω μια ανθρωπολογικού τύπου παρένθεση εδώ. Οι γόνοι εύπορων οικογενειών με κοινωνικές ευαισθησίες αντιμετωπίζουν ένα μόνιμο πρόβλημα. Ενώ η καρδιά τους είναι με τους φτωχούς και τους καταφρονεμένους, η τσέπη τους είναι με τα αφεντικά. Αυτό έχει διάφορες συνέπειες και μια από αυτές είναι οι ενοχές και οι τύψεις. Έτσι αυτή η κοινωνική ομάδα προσπαθεί από τη μια να εκφράσει αυτή την ευαισθησία και από την άλλη να αναπαραχθεί και ως τάξη. Υπάρχουν φυσικά και εξαιρέσεις σε αυτή τη συμπεριφορά. Ας πούμε, άνθρωποι που αρνούνται με τρόπο υλικό την τάξη τους ή τα προνόμια που τους δόθηκαν και τις δυνατότητες που τους ανοίγονται απλόχερα μπροστά τους. Αυτή η αντίθεση υλικής θέσης από τη μια και πολιτικής/ιδεολογικής από την άλλη έχει εκφραστεί πολύ καλά στην ελληνική ιστορία με τους αριστερούς. Το πολιτικό αποτέλεσμα αυτής της αντίθεσης (που τη θεωρώ υπαρκτή) το βλέπουμε στο σύριζα. Ο συνασπισμός έχει πολύ τέτοιο κόσμο. Αυτό που λένε στα καφενεία «αριστερός με δεξιά τσέπη». Ο Τσακαλώτος είναι μια χαρά παιδί με ευαισθησίες. Αλλά έχει λεφτά, τι να κάνει; Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται και στον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο και έχει και αυτό διάφορες πολιτικές εκφράσεις. Ας πούμε η (μη) σχέση του αντιεξουσιαστικού χώρου με τα εργατικά, που αναφέρουμε στο προηγούμενο κείμενο, πέρα από τη σημασία που έπαιξε η κουλτούρα σε αυτό έχει και ένα κομμάτι τέτοιο, ανθρωπολογικό/ταξικό. Γι’ αυτό και οι αναρχικοί αγώνες βάζανε πολύ κεντρικά θέματα όπως η αλλοτρίωση, ταυτοτήτων και δεν αναπτύχθηκε ως κομμάτι του εργατικού κινήματος (μιλώντας για τις τελευταίες δεκαετίες φυσικά). Αυτή η κατάσταση έδωσε πολλά στον «χώρο», τον εμπλούτισε θεωρητικά και πρακτικά αλλά τον έκανε να χάσει και πολλά. Κυρίως, μια πιο σφιχτή σχέση με την κοινωνία και μια σαφή επεξεργασία προτάσεων προς αυτήν. Τα προτάγματα δεν φτάνουν. Κλείνω την παρένθεση.
Στα πανεπιστήμια, λοιπόν, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών που περιγράφουμε στα προηγούμενα μέρη και στον δυτικό κόσμο και στην ελλάδα αναπτύχθηκε και ένα σωρό θεωρία που φάνηκε ιστορικά χρήσιμη στα κινήματα όλων των ειδών. Και στα πιο ριζοσπαστικά. Για τους λόγους που είπαμε. Την ανθρωπολογική/ταξική προέλευση των ανθρώπων μέσα σε αυτά και την ιδιαίτερη αυτονομία που έχαιραν ιδιαίτερα μεταπολεμικά. (Όταν λέω προέλευση εννοώ και τους πλούσιους με τις ευαισθησίες και τους φτωχούς που γίνανε μεσαία τάξη. Μάλιστα αυτή η συνάντηση μάλλον γέννησε πράγματα.) Οπότε τι γίνεται με αυτή τη θεωρία που παράγεται εκεί και τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι που δρουν και κινηματικά;
Πριν απαντήσουμε, πρέπει να μην ξεχνάμε ότι αυτή η ιδιαίτερη αυτονομία του πανεπιστημίου και άρα μια κάποια ελευθερία στην έρευνα είναι, αλλού λιγότερο και αλλού απολύτως, παρελθόν. Το νεοφιλελεύθερο πανεπιστήμιο λειτουργεί ως αυτό που (θέλουν τα αφεντικά να) είναι. Κομμάτι της παραγωγικής διαδικασίας. Γι΄ αυτό και η ελληνική δυσαρμονία πανεπιστημίου – αγοράς πρέπει να επιλυθεί ταχέως (λίγο ο Αλέξης, λίγο ο Κυριάκος κάτι θα γίνει!).
Ένα πράγμα είναι απολύτως ξεκάθαρο. Το πανεπιστήμιο σήμερα παράγει γνώση, δαπανά κεφάλαια και εργατοώρες για να φτιάξει χρήσιμα πράγματα. Χρήσιμα για τα αφεντικά. Κάθε ερευνητικό, κάθε διδακτορικό στα δυτικά πανεπιστήμια είναι ένα ερώτημα που θέτει μια κοινότητα σε κάποιο πλαίσιο. Και αυτό κάποιος εργαζόμενος το απαντάει. Το ερώτημα στη μεγάλη του εικόνα, στο πλαίσιο του τίθεται από το κεφάλαιο. (Πχ όταν η ΕΕ χρηματοδοτεί ερευνητικά με θέμα το sustainability ή τις νευροεπιστήμες έχει ένα πλάνο γενικό για το που το πάει. Το ειδικό ερώτημα κάθε φορά το βρίσκουν οι ακαδημαϊκές κοινότητες). Άλλοτε για να καινοτομήσει στην οργάνωση της εργασίας, άλλοτε για να φτιάξει ένα καινούριο προϊόν, άλλοτε για να αναπτύξει νέα στρατιωτική τεχνολογία, νέες μορφές επιτήρησης, νέες μορφές διοίκησης και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Δεν υπάρχει κάτι το περίεργο σε όλο αυτό. Κανονικές δουλειές. Και σε κάποιες χώρες μεγάλου ανταγωνισμού ούτε καν καλοπληρωμένες.
Κάθε κομμάτι της έρευνας συμπληρώνει ένα μεγαλύτερο κομμάτι που υπηρετεί τις ανάγκες του κεφαλαίου και του κράτους. ΠΡΟΣΟΧΗ: Δεν εννοούμε ότι δεν βγαίνουν πράγματα που μπορεί να μας είναι χρήσιμα ή αναγκαία (πχ φάρμακα για την σκλήρυνση κατά πλάκας). Εννοούμε πως ότι βγαίνει υπηρετεί πρώτα τη σχέση κεφάλαιο και μετά κάτι άλλο. Κριτήριο για την παραγωγή του είναι πρώτα το κέρδος.
Η έρευνα χαρτογραφεί (κουσούρι από την αποικιοκρατία), δημιουργεί, οργανώνει με αποδοτικότερο τρόπο. Τα δύσκολα αρχίζουν στις κοινωνικές επιστήμες και ειδικά εκεί όπου αντικείμενο των ερευνών, δηλαδή, της χαρτογράφησης γίνονται τα κινήματα και οι αγώνες. Και αυτά τα ερευνητικά τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Και αυτή τη δουλειά δεν μπορούν να την κάνουν καλύτερα άλλοι από τους ανθρώπους που συμμετέχουν σε αυτά και οι (συνήθως) αριστεροί καθηγητές τους με τις ευαισθησίες που λέγαμε. Οποιαδήποτε έρευνα που ψάχνει τι κάνουν τα κινήματα, οι μετανάστες, οι underground κουλτούρες είναι μάτι του κράτους πάνω στις αντιστάσεις εναντίον του. Οι λεγόμενες μεταναστευτικές ροές είναι κάτι που το κράτος θέλει να διαχειριστεί επακριβώς, το πώς συμπεριφέρονται τα κινήματα επίσης. Έτσι οι έρευνες, όσο καλές προθέσεις κι αν έχουν, όσα πράγματα κι αν μας μαθαίνουν βοηθάνε πρώτα το κεφάλαιο. Αλλιώς δεν θα έδινε κανένας λεφτά για τέτοιες ιστορίες. Είναι γεγονός πως τα περισσότερα για τον κοινωνικό πόλεμο τα μαθαίνεις κατασκοπεύοντας τους αντιπάλους σου και τις αντιστάσεις. Ισχύει το ίδιο και για εμάς, που θα έπρεπε να κατασκοπεύουμε πολύ περισσότερο τις κινήσεις των αφεντικών από το να διαβάζουμε Φουκώ και άλλες ιστορίες.
Ριζοσπαστική θεωρία;
Υπάρχει και το θέμα ριζοσπαστική θεωρία. Ποιός μπορεί να παράγει χρήσιμη θεωρία για τους σκοπούς του αντιεξουσιαστικού κινήματος; Η απάντηση είναι αρκετά απλή. Το αντιεξουσιαστικό κίνημα. Μπορούν διάφοροι θεωρητικοί των πανεπιστημίων να μας πούνε χρήσιμα πράγματα. Μπορούν αλλά μόνο μερικώς. Αποσπασματικά. Δηλαδή, μόνο κομμάτια των θεωριών τους μπορούν να μας φανούν χρήσιμα, διότι η θεωρία τους ως όλον είναι μια θεωρία που προκύπτει από τη θέση τους. Και η θέση τους δεν είναι ριζοσπαστική. Μπορεί να παράξει συνολικά ριζοσπαστική θεωρία αυτός που η θέση και άρα η εμπειρία και το βίωμα του είναι ριζοσπαστικά. Στην περίπτωση των ακαδημαϊκών η θεωρία είναι εργαλείο στην υπηρεσία του κεφαλαίου, ενώ στη δεύτερη είναι εργαλείο που προκύπτει από την ανάγκη και την αγωνία που έχουμε όλοι μας για τον κοινωνικό πόλεμο διεξάγεται στα κεφάλια μας.
Τι μπορεί να γίνει;
Μπορούν τέλος πάντων όσοι βρίσκονται στα πανεπιστήμια να κάνουν κάτι χρήσιμο και για τα κινήματα και όχι μόνο να αναπαραχθούν ως τάξη και ύπαρξη; Η απάντηση είναι θετική. Ευτυχώς και για τα κινήματα και για όσους θέλουν να χωρέσουν και την ταξική τους αναπαραγωγή/ανέλιξη και τις ευαισθησίες τους και αγωνίες τους. Μπορούν να σκέφτονται αντίστροφά από το κράτος. Να μην είναι το μάτι του κράτους πάνω στους εχθρούς του αλλά το μάτι των εχθρών του μέσα στην κοιλιά του κτήνους. Για παράδειγμα, αν ήμουν εργάτης στο εργοστάσιο του Ford θα ήταν χρησιμότερο να γράψω για τις συνθήκες εργασίες, τις αλυσίδες παραγωγής εκεί μέσα από το να γράψω μια διακήρυξη για το τι πρέπει να κάνουν οι ιθαγενείς ινδιάνοι ενάντια στο αμερικάνικο κράτος. Επειδή όπως και να χει ένας ερευνητής στο πανεπιστήμιο λειτουργεί ως το μάτι του κράτους ας ασχοληθεί με κάτι που είναι εσωτερικό του, ας γυρίσει το βλέμμα στις εσωτερικές του αντιθέσεις και ρωγμές. Το κεφάλαιο το κάνει αυτό συνέχεια. Μόνο έτσι αυτοβελτιώνεται. Το κριτήριο να είναι να ερευνά πράγματα που εμείς δεν θα τα μαθαίναμε με κανένα τρόπο και που με κάποιο τρόπο μας αφορούν άμεσα. Είτε επειδή έχουν να κάνουν με τις επόμενες κινήσεις του κεφαλαίου, είτε με την αναβάθμισή του στον πόλεμο εναντίον μας, είτε με κάποια γνώση (ιστορική συνήθως) που το πανεπιστήμιο με τη δύναμή του να συγκεντρώνει πηγές και ντοκουμέντα μπορεί να έχει ενώ εμείς όχι.
Φυσικά θα υπάρχουν και αυτοί που θα κάνουν καριέρα και λεφτά με τις εμπειρίες των κινημάτων.