Οι έννοιες οργανώνουν τη σκέψη μας, φανερώνουν ή αποκρύπτουν πτυχές της πραγματικότητας και σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει η χρήση τους να γίνεται αβίαστα. Το περιεχόμενό τους, όμως, δεν ορίζεται εκ των προτέρων, θεωρητικά και a priori, αλλά μέσα στις πραγματικές κοινωνικές σχέσεις. Το γράφω αυτό για να ξεκαθαρίσω τη στάση μου σχετικά με τον διάλογο γύρω από τη χρήση της έννοιας της «χούντας» για να περιγραφεί η παρούσα κατάσταση. Η χρήση της θα πρέπει να υπηρετεί την φανέρωση της πραγματικότητας, πτυχών της που παραμένουν αόρατες και το περιεχόμενό της θα καθοριστεί μέσα στην πραγματική κίνηση. Έτσι, η αφηρημένη κριτική για το αν θα πρέπει να χρησιμοποιούμε αυτή την έννοια ή όχι δεν έχει και πολύ νόημα. Αντίθετα, θα πρέπει να γίνεται συγκεκριμένη. Ποιος τη χρησιμοποίησε; Με ποιο πολιτικό σχέδιο; Που; Στα Εξάρχεια ή σε μια πόλη της επαρχίας; Σε ποιους απευθύνεται; Τι σχέση κατάφερε να δημιουργήσει; Ποια κινητοποίηση ενίσχυσε; Σε κάποια περίπτωση η χρήση της μπορεί να ευνοεί την ριζοσπαστικοποίηση, ενώ σε κάποια άλλη να ωφελεί την συντήρηση.
Χρησιμοποιώ αυτόν τον τίτλο, κυρίως, για άλλους λόγους. Καταρχάς, γιατί πραγματικά υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι η Χούντα τελείωσε το ’73. Μέχρι και σε ανακοινώσεις αναρχικών εγχειρημάτων διάβασα ότι η περίοδος της χούντας τελειώνει το 1973. Υπάρχει εδώ μια ιστορική άγνοια που δεν είναι το κατεξοχήν πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι πως δημιουργεί μια πολιτική άγνοια για τα αίτια της πτώσης της Χούντας. Άγνοια που οι συνέπειες της είναι παρούσες από τότε ως και σήμερα και δεν ευνοεί την αντικρατική μεθοδολογία ανάλυσης. Η Χούντα δεν τελείωσε με το Πολυτεχνείο του Νοέμβρη ‘73, παρόλο που η εξέγερση (όπως κάθε εξέγερση) επηρέασε την κρατική πολιτική και δημιούργησε αναταραχές και αναγκαίες ανακατατάξεις στο καθεστώς. Υπάρχουν λόγοι που δεν τελείωσε με την εξέγερση και τελείωσε τον Ιούλιο του 1974. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η εξέγερση έφθειρε την κοινωνική και πολιτική νομιμοποίηση της Χούντας. Αλλά δουλειά μας είναι να μην παραμένουμε σε μια επιφανειακή αντίληψη των γεγονότων (ότι έγινε η εξέγερση η οποία έφθειρε το καθεστώς και αυτό κατέρρευσε λίγους μήνες μετά εξαιτίας αυτής της εξέγερσης) αλλά να πλησιάζουμε όσο πιο κοντά γίνεται στα πραγματικά γεγονότα. Και ειδικά, στην σχέση του κοινωνικού πολέμου με το διακρατικό ανταγωνισμό – που είναι μια σχέση απαραίτητη για κάθε ανάλυση μας και σήμερα εξαιρετικά επίκαιρη.
Η παραπάνω αφήγηση έχει επιβληθεί από την Αριστερά για τους δικούς της λόγους ηγεμονίας μέσα στους κοινωνικούς αγώνες, μια αφήγηση που την κάνει να αυτοπαρουσιάζεται ως η ηγεσία τους και ως η μόνη πραγματική λύση για την ταξική πολιτική του κράτους. Σήμερα, ζούμε υπό την ηγεμονία της αφήγησης της Αριστεράς και γι’ αυτό η έμφαση είναι στον αυταρχισμό, στους μπάτσους και την καταστολή. Όσοι κινητοποιούνται από αυτά τα – κατά τ’ άλλα κακά – πράγματα αυτοτοποθετούνται στην ουρά της Αριστεράς (με το Μέρα25 να προσπαθεί να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ του ’08).
Η Χούντα δεν έπεσε ακριβώς. Παραιτήθηκε υπό το βάρος της αποτυχίας της. «Ήταν Κυριακή βράδυ, στις 21 Ιουλίου 1974 και ο υφυπουργός εξωτερικών Τζόζεφ Τζ. Σίσκο (JosephJ. Sisco), βρισκόταν στην Αθήνα προσπαθώντας να διαπραγματευθεί με την Ελλάδα και την Τουρκία μια κατάπαυση πυρός στην Κύπρο. Τρεις φορές προσπάθησε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό Αδαμάντιο Ανδρουτσόπουλο· τρεις φορές απέτυχε. Μετά δοκίμασε την τύχη του με τον εκτελούντα χρέη υπουργού εξωτερικών Κωνσταντίνο Κυπραίο· και πάλι τίποτα. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα δεν είχε πια κυβέρνηση».[1]
Προσπάθειες επεκτατισμού του ελληνικού κράτους
Η προσπάθεια επέκτασης της εδαφικής κυριαρχίας του ελληνικού κράτους στον 20ο αιώνα έχει μια συγκεκριμένη ιστορία με επιτυχίες και αποτυχίες. Όλες οι επιτυχίες συνοδεύτηκαν από πετυχημένες συμμαχικές εκστρατείες και μεταπολεμικές διπλωματικές συμφωνίες. Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι μετά τους οποίους διπλασίασε την εδαφική του επικράτεια, η συνθήκη των Σεβρών του 1920 όπου πέτυχε να είναι η περιοχή της Σμύρνης υπό τον Σουλτάνο αλλά με ελληνική διοίκηση και δικαίωμα δημοψηφίσματος μετά από 5 χρόνια με ερώτημα περί ένωσης με το ελληνικό κράτος και η προσάρτηση των Δωδεκανήσων το 1946-7 ύστερα από την συμφωνία ανάμεσα σε νικητές και την ηττημένη Ιταλία στην οποία άνηκαν ως τότε. Οι αποτυχίες συνοδεύτηκαν από αστοχίες της εξωτερικής της πολιτικής και κυρίως από κινήσεις που έκανε όταν έπαιζε περισσότερο σόλο. Η προσπάθεια που έγινε με τον πόλεμο του 1919-21 και την μάχη του Σαγγαρίου (80χλμ δυτικά της Άγκυρας) όπου άρχισε η κάτω βόλτα και κατέληξε στον εκδιωγμό των ελληνόφωνων χριστιανικών πληθυσμών το 1922. Τη δεκαετία του ’50 το ελληνικό κράτος ξεκίνησε να στηρίζει την ανεξαρτησία της Κύπρου από τους Βρετανούς στέλνοντας τον Γεώργιο Γρίβα[2] ιδρύοντας την ΕΟΚΑ και όλη την πολύπαθη ιστορία που εκτυλίχθηκε στην Κύπρο με τις επιδιώξεις του ελληνικού κράτους η οποία κατέληξε στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 με την ΕΟΚΑ Β’ και το ελληνικό κράτος να επιδιώκουν την de facto ένωση Ελλάδος-Κύπρου. Ο ΟΗΕ το χαρακτήρισε ως πραξικόπημα και το τούρκικο κράτος εισέβαλλε 5 μέρες μετά με τα γνωστά αποτελέσματα ως σήμερα.
Μέχρι και τη δεκαετία του ’90 μέρος του ελληνικού κράτους είχε διάφορες επιδιώξεις (ή φαντασιώσεις έστω) για εδαφική επέκταση προς τα βόρεια σύνορα είτε με τη Ν. Αλβανία/Β. Ήπειρο, είτε με την προσάρτηση της μισής Μακεδονίας σε συμφωνία με την Σερβία για να προσαρτήσει την άλλη μισή (μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας). Σε αυτή τη προσπάθεια επέκτασης κυριάρχησε για διάφορους λόγους η αντίληψη για οικονομική επέκταση – η οποία δεν πήγε και πολύ καλά – και συνέχεια της πρέπει να θεωρηθεί η επιθετικότατη και επεκτατική Συμφωνία των Πρεσπών από την πρώτη φορά Αριστερά. Το πιο πρόσφατο πρότζεκτ επέκτασης του ελληνικού κράτους αφορά τη θαλάσσια επικράτεια. Και συγκεκριμένα όλο αυτό που αποκαλούμε στρατηγική της ΝΑ Μεσογείου με τον χάρτη της Σεβίλλης (που δεν έχει καμία νομική ισχύ) και τη λεγόμενη επήρεια του Καστελόριζου. Δεν είναι σκοπός εδώ να αναφέρω τις λεπτομέρειες αυτής της ιστορίας. Στο μόνο που θα ήθελα να σταθώ είναι πως η ιστορία αυτή αναδείχθηκε από όλες τις κυβερνήσεις της τελευταίας 10ετίας με την Αριστερά να δείχνει ιδιαίτερο ζήλο αλλά και να έχει σημαντικές επιτυχίες – αφού σίγασε το εσωτερικό μέτωπο. Οι παραχωρήσεις για εξορύξεις υδρογονανθράκων ξεκίνησαν από την Ήπειρο και το Β. Ιόνιο και κατέληξαν μέσα στα χρόνια στα νότια της Κρήτης, οι συμφωνίες για τις ΑΟΖ ξεκίνησαν με Αλβανία και Ιταλία και έγινε η επέκταση στα 12 ν.μ. στο Ιόνιο. Γενικά ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μια εξαιρετικά επιθετική εξωτερική πολιτική που κάθε τίμιος εθνικιστής θα έπρεπε να χειροκροτά (ειδικά αν προσθέσουμε και τη Συμφωνία των Πρεσπών και όλες τις διμερείς/τριμερείς συμμαχίες με όλους τους πιθανούς παίκτες της περιοχής).
Από την άλλη μεριά, η ΝΔ επιστρέφει στις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία (που ο ΣΥΡΙΖΑ διέκοψε το 2016 επειδή γούσταρε) και έκανε μια συμφωνία με την Αίγυπτο ως απάντηση στη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης που στην πραγματικότητα αναγνωρίζει ότι δεν υπάρχει επήρεια στο Καστελόριζο και η Τουρκία έχει δίκιο. Γενικά, η Τουρκία ήδη κάνει κινήσεις για να έρθει πιο κοντά με Ισραήλ και Αίγυπτο και ουσιαστικά πήγε πολύ καλά στη Λιβύη αφού δεν επέτρεψε νίκη του Χάφταρ (αναγνωρισμένου από το ελληνικό κράτος ως σύμμαχο). Για τον East Med ας μη μιλήσουμε καλύτερα. Ούτε το καλώδιο για τον EuroAsia Interconnector δε θα μπορέσει να εγκαταστήσει χωρίς άδεια από την Τουρκία όπως πάνε τα πράγματα.
Αυτή τη στιγμή, λοιπόν, η Δεξιά ζορίζεται πολύ και για να στυλώσει το εθνικό φρόνημα, να τσιμεντώσει τον εθνικό κορμό ανάγει τον κοινωνικό και διακρατικό πόλεμο σε πολιτικό και ιδεολογικό πόλεμο απέναντι στον αιώνιο εχθρό του κομμουνισμού και της Αριστεράς. Πουλάει ιδεολογία, δηλαδή, σε 2 και κάτι εκατομμύρια έλληνες εντός χώρας και μερικές εκατοντάδες χιλιάδες εκτός χώρας που προετοιμάζει να εγγράψει στους εκλογικούς καταλόγους για να πάρει τις εκλογές. Το είδαμε στον Έβρο όπου κατάφερε να πουλήσει την εικόνα της εισβολής. Το βλέπουμε με την όλο και μεγαλύτερη στοχοποίηση στα κάστρα της Αριστεράς (άσυλο, πανεπιστήμια, διαδηλώσεις κτλ), στην περίπτωση Κουφοντίνα, στο δόγμα Νόμος και Τάξη. Θα πρέπει να εξηγήσει στους υπηκόους της, αν χάσει, ότι η ΝΑ Μεσόγειος δεν είναι ελληνική θάλασσα και το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη αλλά διεθνή ύδατα. Όλα αυτά είναι πολύ δύσκολα και δεν μπορούν να ειπωθούν μετά από τόσες δεκαετίες ψεμάτων ή ηλίθιων ελληνάραδικων επιδιώξεων. Το ζήτημα θα πρέπει να επιλυθεί με κάποιον τρόπο που να φαίνεται ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή (τα διεθνή δικαστήρια σε συνδυασμό με ολιγοήμερη πολεμική εμπλοκή φαντάζει το πιο πιθανό σενάριο). Η Αριστερά φυσικά βολεύεται με αυτή την αφήγηση για να απευθυνθεί στο υπόλοιπο μέρος του εκλογικού σώματος που είναι και εκείνο που ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις. Γι’ αυτό και έχει επιστρατεύσει τους όρους περί Χούντας, περί κακών μπάτσων και αυταρχικής κυβέρνησης, νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς πολιτικής ατζέντας. Ή το καλύτερο: «αντιδημοκρατική εκτροπή»!! Ακούμε ακόμα και το επιχείρημα ότι μοιάζουμε με το καθεστώς Έρντογαν όσο περνάει ο καιρός. Ένα σύνθημα τέλεια τοποθετημένο στη θέση της Αριστεράς που συνδυάζει μια επιθετική εξωτερική πολιτική στον προαίωνιο εχθρό και τονώνει το εθνικό φρόνημα όσων δε θέλουν να ταυτίζονται με την ακροδεξιά.
Δεν έχουμε Χούντα. Ούτε αντιδημοκρατική εκτροπή. Δεν είναι το βασικό πρόβλημα οι μπάτσοι, ούτε η αυταρχικότητα της Δεξιάς κυβέρνησης. Φυσικά, ο πυρήνας της Δεξιάς είναι φασιστικός με την εμφυλιακή έννοια και είναι επικίνδυνος. Θα προτιμούσαμε να μην υπάρχει. Η στρατιωτικοποίηση και ο εκσυγχρονισμός της αστυνομικής πολιτικής (π.χ. διαδηλώσεις) ακολουθεί τα πρότυπα των κανονικών κρατών της Ευρώπης (δεν κρύβω ότι η Δεξιά είναι ικανή στο να τα κάνει σαλάτα και σε αυτό το τομέα, η Αριστερά έχει πιο πολλά φόντα). Τα προβλήματα του ελληνικού κράτους είναι, όμως, πολύ ευρύτερα και δεν μπορώ να αναφερθώ εδώ. Ξεκινούν από τη διαρκή κρίση του καπιταλισμού από τη δεκαετία του ‘70 και τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις (που είναι τεκτονικές) μέχρι την μείωση του πληθυσμού και την ανάπτυξη που ποτέ δε θα έρθει. Η Αριστερά προσπαθεί από κοινού να λύσει αυτά τα προβλήματα και πραγματικά δε θέλω να ξέρω τι θα έφτανε να κάνει για να υπερασπιστεί τις εδαφικές επιδιώξεις του ελληνικού κράτους. Η μάχη ανάμεσα σε Αριστερά και Δεξιά θα είναι την επόμενη δεκαετία εκείνη η σπειροειδής κίνηση που θα ολοκληρώνει την Κρατική πολιτική πειθάρχησης των υποτελών πληθυσμών στα πρότυπα της στρατιωτικής διαχείρισης των μεταναστευτικών πληθυσμών για τα κατώτερα στρώματα πότε με μπάτσους, πότε με επιδόματα, πότε με αυστηρότητα και πότε με κατανόηση. Μια μάχη που θα προσπαθεί να λειτουργεί αποπροσανατολιστικά από τα πραγματικά επίδικα του κοινωνικού πολέμου. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι αυτή η μάχη θα αφορά όλο και μικρότερο μέρος του πληθυσμού. Το Σεπτέμβριο του 1996 απείχε το 23,6% από τις εκλογές ενώ τον Ιούλιο του 2019 το 42.2%.[3] Ήδη, η ένταση του κοινωνικού πολέμου την τελευταία 15ετία έχει αναγκάσει το πολιτικό σύστημα όχι μόνο σε κρίση αντιπροσώπευσης αλλά και σε διακυβέρνηση από μια πολιτική ενότητα που μας κυβερνά μέχρι σήμερα και αποτελείται από όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων από την άκρα δεξιά ως την άκρα αριστερά (ο ΣΥΡΙΖΑ και οι μάρτυρες υπεράσπισης του Κουφοντίνα ήταν άκρα αριστερά κάποτε). Από το 2010 και μετά κυβερνά ένα μίγμα αυτού του πολιτικού προσωπικού (σήμερα ένα μίγμα ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΛΑΟΣ και πρώην αριστεροί).
Φυσικά, η ιστορία δημιουργείται από τις πραγματικές κινήσεις των
ανθρώπων. Από τη σκοπιά μας, μόνο μια επαναστατική στρατηγική που θα αντλεί από
τα προτάγματα του ελευθεριακού κομμουνισμού και θα πατάει γερά πάνω στην
τεκμηριωμένη ανάλυση της πραγματικότητας μπορεί να μας δώσει δυνατότητες. Η
κατανόηση της σχέσης κοινωνικού και διακρατικού πολέμου και η ορατότητα αυτής της
σχέσης μακριά από την προσπάθεια για συσκότισή της στο πολιτικό θέατρο (απ’
όπου κι αν προέρχεται) είναι βασικά ζητούμενα μιας τέτοιας τεκμηρίωσης.
[1] «Πώς
έπεσε η χούντα της Αθήνας». Tου Στίβεν Β. Ρόμπερτς
https://tvxs.gr/news/taksidia-sto-xrono/pos-epese-i-xoynta-tis-athinas-mia-xreokopia-sto-mikroskopio-toy-stiben-b-ro
[2] Ο Γεώργιος Γρίβας, ήρωας για τους φασίστες και δικαίως, είναι ένα πρόσωπο που συγκεντρώνει πολλές σημαντικές στιγμές της ελληνικής κρατικής πολιτικής. Πολέμησε στην Μικρασιατική Εκστρατεία (π.χ. στη μάχη του Σαγγάριου), υποστηρικτής της μεταξικής δικτατορίας κατά τη διάρκεια της οποίας προήχθη επαγγελματικά, ιδρυτής της Οργάνωσης Χ επί Κατοχής και απεσταλμένος του ελληνικού κράτους στη δεκαετία του ’50 ως ιδρυτής της ΕΟΚΑ, απεσταλμένος ξανά την δεκαετία του ’60 μετά την ανεξαρτητοποίηση της Κύπρου και με κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και τέλος ιδρυτής της ΕΟΚΑ Β’ που πραγματοποίησε το πραξικόπημα του ’74 στην Κύπρο – αν και ο ίδιος δεν πρόλαβε να το δει, είχαν κουβαλήσει το έπιπλο οι τέσσερις.
[3] Αποτελέσματα
Εθνικών Εκλογών (1996 – 2019)
https://socioscope.gr/dataset/greek-election-results
Εδώ αρχίζουν τα παράδοξα της νέας δεκαετίας. Το επιτελείο του Μπάιντεν αποφασίζει ότι η γενοκτονία των Αρμενίων είναι μια πραγματικότητα και ο ίδιος αποκαλεί την Ινσταμπούλ Κων/πολη. Τι θα έκανε η Ελλαδική αστική πολιτική μπρος σε μια προοπτική νέας επέκτασης? Ιδίως τη στιγμή που τα ερείπια της οικονομίας αρχίζουν να κάνουν μια πολεμική διέξοδο ελκυστική προοπτική – κι ας καμώνουνται ότι δεν τον θέλουν – το ότι μπορεί να μην τον θέλει ένας ‘Κούλης‘ δε σημαίνει καθόλου ότι δεν θα τον θελήσει ένας Δένδιας η ένας Σαμαράς, ακόμη και μια συγκυβέρνηση όταν δει τα πολύ σκούρα, όπως τον κίνδυνο γενικευμένης κοινωνικής έκρηξης. Εκτός και το βάρος της κρίσης που θα προκύψει οδηγήσει στη διάλυση και τα δυο άκρα του πρώην ‘μεγάλου ασθενούς‘!
Απ’ όσα καταλαβαίνω δεν μπορεί να δοκιμάσει καμία επέκταση πέραν της ΝΑ Μεσόγειου (Καστελόριζο κτλ) – σχέδιο που δεν φαίνεται να μπορεί να ευδοκιμήσει παρά μόνο τμηματικά. Η πάλη για τον έλεγχο του Αιγαίου είναι κι αυτό θέμα αλλά δεν είναι επέκταση. Γενικά όλες οι διεκδικήσεις περιορίζονται στη θάλασσα. Δεν έχω υπόψη μου κάποια άλλη γνώμη. Ποια εννοείς “δύο άκρα” του πρώην μεγάλου ασθενούς;
Τα πιθανα δυο άκρα της πρωην Οθωμανίας, εμείς και οι απέναντι με το αναδυόμενο Κουρδιστάν. Ακούγεται επίσης ότι ο εντιμότατος κος Gates αγοράζει μανιωδώς γη στην Α. Θράκη (Επιβεβαιωμένο από Hurriyet)
Στρατιωτικές επιχειρήσεις που μπορούν να γίνουν είναι πολλών ειδών και
δεν αφορούν αναγκαστικά και μόνο τη θάλασσα (πχ δολιοφθορές βαθειάς
διείσδυσης). Κατά σύμπτωση, περισσότερο η λιγότερο τυχαία, αυτή την
εβδομάδα ανακοινώθηκε η άμεση υπαγωγή όλων των ημεδαπών σωμάτων
ειδικών δυνάμεων κατευθείαν στον αρχηγό ΓΕΕΘΑ. Μπορεί να φαίνεται
σαν κίνηση εκσυγχρονισμού στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, μπορεί και να είναι
κάτι περισσότερο. Ιδωμεν!