Το κίνημα νίκησε, οι μετανάστριες έχασαν
Το Σάββατο το πρωί πήγαμε όλες και όλοι μαζί από την πλατεία Σουρμένων με δυναμική πορεία, γεμάτη παλμό και συνθήματα, καλά οργανωμένη και περιφρουρημένη μέχρι το κέντρο κράτησης Ελληνικού. Σταθήκαμε μπροστά από το αστυνομικό τμήμα και απαιτήσαμε να αρθεί η απαγόρευση των επισκεπτηρίων και βρίσκεται σε ισχύ από τον Σεπτέμβρη. Ήταν φανερή η αδυναμία και η αμηχανία των μπάτσων να διαχειριστούν μια τόσο μεγάλη, με παλμό και περιφρουρημένη πορεία απέναντι σε αυτό το αίτημα. Γι’ αυτό άρχισαν τα παζάρια. Στην αρχή να μπούνε κάποια άτομα μόνο το Σάββατο, μετά το Σάββατο και τη Δευτέρα αλλά γενικά δε μπορεί να παρθεί πίσω η άρση. Αρχικά, μιλώντας με τους ανωτέρους τους και μετά με το υπουργείο. Η στάση της πορείας να μην δεχθεί τίποτα λιγότερο από αυτά που είχε αποφασίσει, δηλαδή την μόνιμη άρση της απαγόρευσης αποδείχθηκε ολόσωστη. Πλήρης αδυναμία από τη μεριά τους να διαχειριστούν την κατάσταση. Και αυτή η αδυναμία τους οδήγησε στην απαγωγή των μεταναστριών από το κέντρο στην Πέτρου Ράλλη. Σε ένα κελί, χωρίς παράθυρα, χωρίς κουβέρτες. Λέγοντας τους πως αυτά παθαίνουν αφού θέλουν ελευθερία. Και ποιος ξέρει τι άλλο θα τους είπαν ή θα έκαναν.
Η κίνηση των οργανωμένων συλλογικοτήτων στέφθηκε με επιτυχία! Στρίμωξαν τόσο πολύ το ελληνικό κράτος ώστε το ανάγκασαν να αλλάξει τελείως τακτική. Να κλείσει ουσιαστικά το κέντρο κράτησης. Οι μετανάστριες όμως πληρώνουν το κόστος αυτής της επιτυχίας. Αυτά είναι τα αντίποινα του κράτους, αυτό είναι η αναβάθμιση της σκληρότητάς του, αναβάθμιση της καταστολής του. Αδίστακτο κράτος, κράτος όπως πραγματικά είναι.
Η απαγωγή των μεταναστριών είναι μια στιγμή του ταξικού κοινωνικού πολέμου που διεξάγεται. Και αυτές οι έννοιες (ταξικός κοινωνικός πόλεμος) αποκτούν μια πραγματική, σωματική και άμεσα βιωμένη εμπειρία. Δεν είναι πια έννοιες που φτιάχνουν αναλύσεις. Τα αντίποινα από τη μεριά του εχθρού είναι μια τυπική πρακτική στον πόλεμο που μας φέρνει αντιμέτωπους με αυτή την αντίθεση. Της δικής μας νίκης από τη μια μεριά, της ήττας των μεταναστριών από την άλλη. Όταν οι αντάρτες χτυπούσαν τους ναζί, τότε αυτοί καίγανε και σφάζανε ολόκληρα χωριά. Δεν ήταν οι αντάρτες η αιτία του κακού αλλά ήταν οι αντάρτες που είχαν διαλέξει να ζήσουν έξω από την κανονική ζωή αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τις πράξεις τους και τις συνέπειές τους. Αυτό συμβαίνει και σε αυτή τη περίπτωση. Η μόνη διαφορά είναι διαφορά έντασης της βίας, διαφορά κλίμακας.
Δεν έχουμε δικαίωμα να κάνουμε πίσω
Πολλές φορές θα διατυπώσουμε θεωρητικά τη θέση πως εμείς είμαστε που κινούμε αρχικά τον κόσμο, πως είναι η αντίσταση που έρχεται πρώτη, πως η άρνησή μας αναβαθμίζει και διαμορφώνει τους τρόπους που ασκείται η εξουσία. Η σημερινή μέρα είναι μια καθαρή εικόνα αυτής της πολιτικής θέσης. Αλλά η διαπίστωση αυτή δεν βοηθάει κάπως την κατάσταση. Η ανάληψη της ευθύνης των συνεπειών αυτής της ζωντανής κίνησης, της αντίστασης είναι που μετράει.
Όσοι διοργανώσανε την πορεία, αυτοοργανωμένα εγχειρήματα, αναρχικές και αντιεξουσιαστικές συλλογικότητες, όλοι όσοι με κάποιο τρόπο στηρίξανε τη δράση αυτή έχουν ευθύνη για τα σημερινά αντίποινα του κράτους. Το κράτος ηττήθηκε και γι’ αυτό όξυνε την καταστολή του. Το ξέρει καλά πως τα κέντρα κράτησης πρέπει να είναι απομονωμένα και έξω από κατοικημένες περιοχές, πρέπει να είναι μακριά από αγωνιζόμενους ανθρώπους.
Πολλές φορές έχω αναφέρει θεωρητικά πως πρέπει να πάψουμε να μιλάμε για τους μετανάστες αλλά θα πρέπει να γίνουμε οι μετανάστες, να μάθουμε να βλέπουμε τον κόσμο με τα δικά τους μάτια, να βιώνουμε την καθημερινότητα από τη δικιά τους θέση. Αυτό ποτέ δε θα γίνει πραγματικότητα αλλά αυτή είναι η μόνη πολιτική κατεύθυνση για να αντιληφθούμε και να αντιμετωπίσουμε τον σύγχρονο ολοκληρωτισμό.
Σήμερα αυτό πηγαίνει ακόμα παραπέρα. Ο αγώνας των μεταναστριών είναι ένας αγώνας καταδικός μας πια. Δεν είμαστε πλέον αλληλέγγυοι. Δεν έχουμε το δικαίωμα να είμαστε πλέον αλληλέγγυοι. Δεν έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε κανονικά τη ζωή μας και να ξεχάσουμε ότι αυτές οι γυναίκες (και όλοι οι μετανάστες) βρίσκονται σε ένα κελί στην πέτρου ράλλη, απειλούμενες από τους μπάτσους, μέσα στο κρύο και μη ξέροντας τι θα τους ξημερώσει. Τα κορμιά τους είναι τα δικά μας κορμιά. Βρίσκονται εκεί επειδή εμείς πολεμήσαμε για να υπερασπιστούμε την αξιοπρέπειά τους. Όσος κόσμος δονήσαμε με τις φωνές μας το κέντρο κράτησης το Σάββατο, όσος κόσμος ακούσαμε τον σπαραγμό, τα κλάματα και τις φωνές από τις γυναίκες μέσα στο κέντρο κράτησης εκείνη τη μέρα, είμαστε αυτές και αυτοί που αναγκάσαμε το κράτος να γίνει περισσότερο αδίστακτο. Όσες και όσοι κλάψαμε μαζί τους έξω από κέντρο κράτησης, είμαστε εμείς που διαλέξαμε πλευρά στον κοινωνικό πόλεμο και που δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε πίσω. Οι πράξεις μας έχουν συνέπειες. Η ευθύνη των πράξεων μας σημαίνει και ευθύνη των συνεπειών τους. Και σήμερα είναι μια μέρα που αυτή η ευθύνη εμφανίζεται ως αυτό που είναι στην πραγματικότητα: μια βαθιά προσωπική και συλλογική ευθύνη, μια ευθύνη που έχει χαραχθεί μέσα στο κορμί μας και στη καρδιά μας, μια ευθύνη που μας υποχρεώνει να συνειδητοποιήσουμε όλο και περισσότερο τον πόλεμο που διεξάγεται, την εργασία και την συλλογική δέσμευση που αυτός απαιτεί και να στεριώσουμε όλο και πιο γερά στη θέση που αποφασίσαμε να πάρουμε.