Black Athena

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα: Καπιταλισμός και οικογένεια στην Eλλάδα του 2018

Τις τελευταίες δεκαετίες/αιώνες βιώνουμε – στο επίπεδο της καθημερινότητας – την κρίση μετάβασης από τις προηγούμενες σχέσεις οργάνωσης της κοινωνίας (οικογενειοκρατία, κοινότητα συγγένειας/κατοικίας) στις καινούριες του κράτους/καπιταλισμού. Αυτή τη μετάβαση δεν γίνεται να τη βλέπουμε μόνο με όρους χρόνου και μάλιστα γραμμικά αλλά και με όρους τόπου. Είναι άλλο η δεκαετία του ’60 στην Αθήνα με τη συσσώρευση της μεταναστευτικής εργασίας και την άνθηση της μεγαλούπολης και άλλο ένα χωριό στα ορεινά της Μακεδονίας την ίδια περίοδο. Διαφορετικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης και διαφορετικά επίπεδα καπιταλιστικών σχέσεων. Γνωρίζουμε ότι οι πατριαρχικές, οικογενειακές σχέσεις γύρω από την κληρονομική ταξική εξουσία είναι διαφορετική μορφή οργάνωσης από την σχέση κεφάλαιο/κράτος. Στην Ελλάδα αυτές οι δύο μορφές εξουσίας/εκμετάλλευσης συνδιαμορφώθηκαν (όπως και παντού) με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Δεν θα αναλύσουμε όμως αυτό το ζήτημα εδώ, αν και έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Αυτό που θα κρατήσουμε είναι η σταδιακή υποχώρηση του πρώτου συστήματος για χάρη του δεύτερου όπως γίνεται σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες όπου οι προηγούμενες κοινοτικές/οικογενειακές/πατριαρχικές μορφές υποχωρούν μπροστά στη συσσώρευση του κεφαλαίου και την ανάπτυξη του κράτους – και αυτό όχι χωρίς αντιστάσεις. Δεν θα πρέπει να μας μπερδεύει η ταυτόχρονη συνδιαμόρφωση και ο ανταγωνισμός αυτών των δυο συστημάτων – αυτή είναι όλη η ανθρώπινη ιστορία, όλη η ιστορία της ταξικής πάλης. Ανταγωνισμός και συνδιαμόρφωση. Ή για την ακρίβεια: συνδιαμόρφωση δια μέσου του ανταγωνισμού και πάλι απ΄ την αρχή.

Δεν θα πρέπει επίσης να υιοθετούμε μια γραμμική αντίληψη της ιστορίας η οποία υπονοεί πως το ένα σύστημα θα εξαφανίσει ντετερμινιστικά το άλλο. Αντίθετα, η ιστορική πραγματικότητα δείχνει σχετικά με ακριβώς αυτό το θέμα πως η συνδιαμόρφωση κράτους και οικογένειας σημαίνει επίσης πως η οικογένεια λειτουργεί και ως θεσμός αναπαραγωγής του κράτους (ιδιοκτησία, πειθάρχηση των παιδιών-μελλοντικών εργατών κτλ). Αυτές οι τάσεις μπορεί να μοιάζουν ότι είναι πολύπλοκες αλλά δεν είναι αντιφάσεις. Αντιφάσεις έχει η λογική. Είναι αντιθέσεις. Η ιστορία έχει αντιθέσεις, συγκρούσεις και συμμαχίες, όχι αντιφάσεις.

Για παράδειγμα, η οικογένεια στέκεται εμπόδιο στην ακραία φτωχοποίηση που επιδιώκει η επίθεση από το κεφάλαιο τα τελευταία χρόνια. Και αυτό γιατί η οικογένεια συνιστά μια μορφή κοινότητας, μια μορφή κοινού που στέκεται εμπόδιο στην καπιταλιστική συσσώρευση – και όχι γιατί η οικογένεια είναι καλόψυχη και αγαπάει τα παιδιά της. Είναι ένα σύστημα εκμετάλλευσης/εξουσίας απέναντι σε ένα άλλο. Σε αυτές τις αντιθέσεις δημιουργούνται διάφορες κινήσεις που μας αφορούν άμεσα. Πολλοί νέοι σε ηλικία άνθρωποι προσπαθούν να ξεφύγουν από τα δεσμά της οικογένειας και προσδένονται αναγκαστικά στη σχέση κεφάλαιο. Όσο πιο μακριά από το πρότυπο του άνδρα της πατριαρχικής οικογένειας είσαι τόσο μεγαλύτερο κίνητρο και υλικό συμφέρον έχεις για να απελευθερωθείς από την μορφή οικογένεια. Αυτή η κίνηση έχει όμως κυρίως ταξικό χαρακτήρα. Το να μείνουμε σε αυτή τη διατύπωση περί άνδρα είναι λειψό. Τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Εντός της ίδιας τάξης υπάρχουν μικροδιαφορές που κάνουν την μια επιλογή περισσότερο βιώσιμη. Για παράδειγμα, ένας μετανάστης μπορεί να παραμένει στη μορφή οικογένεια γιατί έτσι κι αλλιώς η μισθωτή εργασία δεν του καλύπτει τίποτα. Ένας ντόπιος μπορεί να έχει κάποιους οικογενειακούς πόρους (γη, επιχείρηση) που να του παρέχουν μεγαλύτερη ασφάλεια αν έχει αποτύχει να έχει έναν αξιοπρεπή μισθό από μια καθ’ όλα μισθωτή εργασιακή σχέση. Ένας άλλος όμως που κατάφερε να έχει μια εργασιακή σχέση είτε στον ιδιωτικό τομέα, είτε στην κρατική διοίκηση μπορεί να προτιμά να επιλέξει την απαλλαγή από τον θεσμό της οικογένειας και την πρόσδεση στην σχέση της ατομικής ανεξαρτησίας (και εξάρτησης από το κεφάλαιο) από τις σχέσεις κοινότητας του αίματος/γάμου. Αν δούμε και το ζήτημα της θέσης της γυναίκας σε καθένα από τα δύο συστήματα το πράγμα γίνεται όλο και πιο φανερό. Όσο ανεβαίνει η ταξική θέση της γυναίκας τόσο πιο κοντά στη σχέση κεφάλαιο και τόσο πιο μακριά από το θεσμό της οικογένειας. Όσο πιο χαμηλά ταξικά, τόσο πιο βάρβαρος ο καπιταλισμός άρα και πιο κοντά στο θεσμό της οικογένειας. Η πρόσδεση της σε έναν πατριαρχικό καπιταλισμό τις φορτώνει ακόμα περισσότερα βάρη και σχέσεις εκμετάλλευσης. Όλα αυτά είναι φυσικά γενικές τάσεις και εικόνες από μια μερική εμπειρία (από την Αθήνα και την επαρχία). Δεν εννοώ ότι η οικογένεια δεν είναι εξοντωτικά εκμεταλλευτικός θεσμός για μια γυναίκα, εννοώ πως σε αυτήν προστίθεται και η σχέση κεφάλαιο plus πατριαρχία.

Για τους νέους και τις νέες όλη αυτή η συνθήκη έχει γίνει πιο πολύπλοκη από το 2009 και μετά όπου ξεκίνησε η ορατή καπιταλιστική επίθεση στην Ελλάδα. Από την έναρξη της επίθεσης και μετά το πρόσωπο των καπιταλιστικών εργασιακών σχέσεων δεν μπορεί να εμφανιστεί με κάποια γοητεία (όπως πχ της ατομικής ελευθερίας/ανεξαρτησίας) παρά μόνο με το βάρβαρο πρόσωπο της υποτίμησης της ζωής και της ύπαρξης. Έτσι, οι νέοι της εποχής μας βλέπουν μπροστά τους μια ζωή είτε το ίδιο σκατά από άποψη ικανοποίησης των αναγκών, είτε χειρότερα και έχουν από πίσω τους μια καταπιεστική μορφή από την οποία είχαν μισοαπαλλαχθεί (ζευγάρι/οικογένεια). Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Ανάλογα με την ειδική ταξική κατάσταση που βρίσκεται το κάθε άτομο μπορεί η ζυγαριά της ανάγκης να γέρνει περισσότερο προς την καπιταλιστική σχέση ή της οικογένειας.


Η πυρηνική οικογένεια

Να κάνω εδώ μια σημείωση για το ζήτημα της πυρηνικής οικογένειας και την σχέση της με τον καπιταλισμό. Η πυρηνική οικογένεια υπηρετεί μια λειτουργία σχετικά με την αναπαραγωγή της ιδιοκτησίας στη σχέση ζευγάρι. Ιδιοκτησία και υλική (σπίτι, αυτοκίνητο) αλλά κυρίως ιδιοκτησία ανάμεσα σε ανθρώπους (ανάμεσα στο ζευγάρι, από τον άνδρα στη γυναίκα, από τους γονείς στα παιδιά). Αυτή η λειτουργία, αν και υλική σε ένα μεγάλο της μέρος της, εκτιμώ ότι εξυπηρετεί κυρίως και τις μορφές που παίρνει η πειθάρχηση, ο έλεγχος και η ιδεολογική ηγεμονία του φιλελευθερισμού/καπιταλισμού. Θεωρώ, δηλαδή, πως ο σύγχρονος δυτικός καπιταλισμός θέλει ιδεατά να απαλλαχθεί και από αυτή τη μορφή και μπορεί να το κάνει στο μέλλον. Την γέννηση του ζευγαριού ως θεσμού κοινωνικής αναπαραγωγής την αντιλαμβάνομαι περισσότερο ως την παραμονή μιας ελάχιστης οικογένειας απαραίτητη για την παραγωγή της ζώσας εργασιακής δύναμης (παιδιά). Ελάχιστη μετά από τον ανταγωνισμό που περιέγραψα πιο πάνω ανάμεσα σε καπιταλισμό και οικογένεια/κοινότητα. Είναι δηλαδή το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης.

Αυτός ο ανταγωνισμός θα συνεχιστεί. Στο μέλλον θα δούμε (αν δεν γίνει η επανάσταση) να υπάρχει μια πιο αποτελεσματική πρακτική παραγωγής εργατών. Τέτοιες πρακτικές είναι ήδη εδώ και μπορούμε να τις φανταστούμε και μόνοι μας. Για παράδειγμα, η παρένθετη μητρότητα είναι μια τέτοια μορφή. Το σώμα της γυναίκας χρησιμοποιείται δια αμοιβής ως μέσο παραγωγής για την γέννηση παιδιών. Μπορεί τώρα να πληρώνουν για μια τέτοια παραγωγή κάποια εμμονικά (πλούσια ή επαρκώς ευκατάστατα) ζευγάρια που έχουν κυριαρχηθεί από την ιδεολογία της οικογένειας και που η συμβίωση και η ένωσή τους δεν επιτελεί κανέναν άλλον σκοπό πέρα από την απόκτηση παιδιών αλλά φανταστείτε στο κοντινό μέλλον έναν κεφαλαιοκράτη να εξαναγκάζει μετανάστριες σε στρατόπεδα συγκέντρωσης να υπόκεινται αυτή τη μορφή βιασμού και εκμετάλλευσης. Δεν θέλω να δίνω ιδέες αλλά είμαι βέβαιος πως κάποιος θα το έχει σκεφτεί ήδη. Ή η εκτροφή ανθρώπινων εμβρύων σε εργοστάσια παραγωγής ανθρώπων με την ανάπτυξη του gene editing (που αναπτύσσεται στις μέρες μας), τις κλωνοποίησης και άλλων καθ’ όλα ευπρεπών επιστημονικών δραστηριοτήτων. Θα κλείσω εδώ αυτή τη σημείωση για το μέλλον της οικογένειας στον καπιταλισμό – αν και έχει πολύ ενδιαφέρον.

Γιατί αφορά άμεσα το κίνημα αυτή η συζήτηση;

Για μια σειρά από λόγους, όλο αυτό θα έπρεπε να είναι κεντρικό θέμα για εμάς και η απάντησή μας σε αυτό θα (έπρεπε να) είναι κεντρικό ζητούμενο.

Η σύγκρουση ανάμεσα στην οικογενειοκρατία/πατριαρχία και τις καπιταλιστικές σχέσεις διεξάγεται και βιώνεται από τους ανθρώπους που συμμετέχουμε στα κινήματα. Όσοι αγωνιζόμαστε ενάντια στον καπιταλισμό, αγωνιζόμαστε ταυτόχρονα για να δημιουργούμε κοινότητες. Είτε αυτές που ονομάζουμε κοινότητες αγώνα και ζωής, είτε ομάδες πολιτικής συγγένειας, είτε ότι άλλο. Αυτές οι κοινότητες επειδή ακριβώς διαμεσολαβούνται και κυριαρχούνται από την πατριαρχία αλλά και επειδή τα μέλη των είναι άνθρωποι διαπαιδαγωγημένοι στη μορφή ιδιοκτησία/οικογένεια «καταφέρνουν» τελικά και δημιουργούν καινούριες οικογένειες. Με όλες τις σχέσεις ιδιοκτησίας, ιεραρχίας, αδελφοσύνης που έχει μια οικογένεια. Αυτή θα μπορούσε να είναι μια γενεαλογία, για παράδειγμα, της ανάπτυξης και της πτώσης των συνελεύσεων γειτονιών. Ότι οι μορφές κοινοτήτων που αναπτύχθηκαν στις γειτονιές, ακριβώς επειδή ήταν συγκροτημένες γύρω από τις σχέσεις στην κατοικία, γύρω από την κοινωνική αναπαραγωγή σε κάποιο βαθμό, τις προσωπικές και τα λοιπά, δημιούργησαν νέες οικογένειες που είναι πραγματικό εμπόδιο στην επέλαση των καπιταλιστικών σχέσεων αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση επαναστατικό σώμα. Και γι’ αυτό ίσως το μεγαλύτερό τους κομμάτι δεν πραγματοποίησε ρεαλιστικά παρά μόνο τα δύο πρώτα από τα τρία προτάγματα του τρίπτυχου «αλληλεγγύη-αντίσταση-αυτοοργάνωση». Αυτά τα δύο τα πραγματοποιεί κάλλιστα και ο θεσμός της οικογένειας. Εννοώ ότι όντως το καθεστώς της οικογενειοκρατίας στην Ελλάδα έχει δείξει τρομερή αλληλεγγύη ανάμεσα στα μέλη της στα χρόνια της κρίσης και έχει αντισταθεί έμπρακτα και όπως μπορούσε στην βίαιη φτωχοποίηση των μελών της. Στην ίδια χρονική περίοδο που αναπτύσσονται και οι συνελεύσεις γειτονιάς. Η αυτοοργάνωση ή η κοινωνική αντιεξουσία απαιτεί μια επιπλέον πολιτική και ιστορική συνείδηση που προφανώς δεν μπορεί να προτείνει την αντικατάσταση του κράτους/κεφαλαίου από τον αμέσως προηγούμενο καταπιεστικό θεσμό, την κοινότητα του χωριού ή της γειτονιάς και την οικογένεια.

Είναι προφανές ότι οι υλικές συνθήκες και οι υλικές δυνατότητες επηρεάζουν, αν δεν καθορίζουν κι εντελώς, τις διάφορες πολιτικές πρακτικές. Πέρα από το παραπάνω παράδειγμα, μπορούμε να δούμε και την περίπτωση της γυναικείας απελευθέρωσης. Είναι βέβαιο πως μια μισθωτή σχέση με έναν αξιοπρεπή μισθό είναι μια θέση πολύ περισσότερο επιθυμητή από τον ρόλο της ως έγκλειστης τροφού παιδιών μέσα σε ένα σπίτι-φυλακή και αντικείμενο εκμετάλλευσης του άνδρα. Η οικογένεια είναι τόσο ασφυκτικός θεσμός για μια γυναίκα, από το τι θα φοράει, πως θα στέκεται μέχρι την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων και τον βιασμό, που μια κανονική καπιταλιστική δουλειά με αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας μάλλον είναι μια πολύ καλή λύση. Η ανάπτυξη, δηλαδή, του φεμινισμού νομίζω ότι ευνοείται από αυτή την υποχώρηση της οικογένειας. Και αυτό είναι κάτι καλό. Όπως η ανάπτυξη του καπιταλισμού και η επίθεση στη φεουδαρχία βελτίωσε τη ζωή ανθρώπων που προηγουμένως ζούσαν ως δούλοι. Σε αυτές τις μεταβατικές περιόδους ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε συστήματα εκμετάλλευσης μπορεί να δημιουργούν χώρο και χρόνο για ανθρώπους που ήταν καταπιεσμένοι κι εκμεταλλευόμενοι για να ανασάνουν. Και άρα να σκεφτούν, να σχετιστούν και να αναπτύξουν τη δικιά τους αυτόνομη πολιτική δράση. Η ανάπτυξη των κινημάτων απελευθέρωσης είναι πιο πολύπλοκο πράγμα από ένα απλό παιχνίδι σκάκι ανάμεσα σε καλούς και κακούς. Αυτό προσπαθώ να δείξω γράφοντας αυτά.

Οι απαντήσεις μας

Επιστρέφω στη 5η παράγραφο του πρώτου μέρους όπου μια μεγάλη μερίδα νέων βρίσκεται στην κατάσταση «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα». Μπροστά ο καπιταλισμός της επιβίωσης και του θανάτου και πίσω ζευγάρια/οικογένειες έτοιμες να σου καταδυναστεύσουν κάθε ψήγμα ελεύθερης ύπαρξης. Σε αυτό το δίλημμα, πάρα πολλοί προσπαθούμε να αποφεύγουμε να πάρουμε θέση – κι ευτυχώς.

Αλλά αυτό μας κάνει να μένουμε σε έναν τρίτο τόπο, σε μια αιώνια προσωρινότητα, σε μια είδους ανευθυνότητα, σε ένα αιώνιο παρόν. Εδώ, λοιπόν, χρειάζονται κάποιες υλικές και συγκεκριμένα επαναστατικές απαντήσεις. Για να απαντήσουμε πρέπει πρώτα να έχουμε χαρτογραφήσει καλά πως παράγονται και σε τι ακριβώς συνίστανται οι σχέσεις εκμετάλλευσης Κράτος/Κεφάλαιο και Πατριαρχία/Οικογένεια. Και πάνω σε αυτήν την ακριβή χαρτογράφηση να απαντήσουμε με κάτι που από τη μια μεριά αποδομεί αυτά τα συστήματα και από την άλλη να βρίσκουμε καινούριους τρόπους να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας. Και ακριβώς επειδή βρίσκουμε αυτούς τους καινούριους τρόπους μπορούμε να αποδομούμε τις σχέσεις εκμετάλλευσης με έναν υλικό και άμεσο τρόπο και όχι με απλές (και εύκολες) πολιτικές διακηρύξεις. Αυτή η δουλειά γίνεται ήδη προφανώς με διάφορους τρόπους. Με την ανάλυση του κεφαλαίου ή με την ανάλυση της πατριαρχίας. Όπως επίσης και με την – μοριακή έστω – απάντηση στην ικανοποίηση των αναγκών μας. Δεν θα αναφερθώ εδώ τώρα.

Θα αναφερθώ όμως σε κάποια αυτονόητα σημεία/κατευθύνσεις που ίσως να φανούν χρήσιμα.

α) Ένα από τα πράγματα που θα πρέπει να αμφισβητεί η κάθε μας κίνηση είναι προφανώς η άρνηση της ιδιοκτησίας – θεμελιακό στοιχείο και για την Οικογένεια και για το Κράτος/Καπιταλισμό. Είτε στη μορφή της ως εμπορευματική σχέση, είτε στην μορφή ζευγάρι. Προφανώς επειδή ο κόσμος που ζούμε είναι δομικά χτισμένος έτσι δεν μπορούμε να τον αρνηθούμε συνολικά. Μπορούμε όμως να τον αρνηθούμε εντός των σχέσεων μας. Οι κοινότητες που δημιουργούμε μπορούν να έχουν στο εσωτερικό τους μια άλλη μορφή σχέσεων που σε κάποιο βαθμό είναι ανεξάρτητη από τον «έξω» κόσμο. Και ήδη το κάνουμε και αυτό. Για παράδειγμα, η πρόταση για κοινότητες καταλήψεων είναι μια τέτοια απάντηση στο επίπεδο της ιδιοκτησίας των σπιτιών. Το ξεπέρασμα της μορφής ζευγάρι ή της μορφής φιλίας ως σχέση ιδιοκτησίας θα έπρεπε να συμπληρώνει αυτή την πρόταση. Για όσα άτομα δεν μπορούν να προχωράνε σε καταλήψεις μπορούν να κάνουν κάτι άλλο. Να δημιουργήσουν, για παράδειγμα, μια κοινότητα σπιτιών/νοικοκυριών τα οποία στο εσωτερικό τους θα έχουν μια διαφορετική δομή. Δεν θα έχουν ιδιοκτησία παρά μόνο συνεννόηση στη χρήση – και στο επίπεδο των υλικών αντικειμένων και στο επίπεδο των διαπροσωπικών σχέσεων. Θα ικανοποιούν από κοινού τις ανάγκες τους. Θα έχουν άλλο είδος σχέσεων σε συναισθηματικό επίπεδο. Το παν είναι να ξεκινάμε από τις υλικές μας σχέσεις και να επεξεργαζόμαστε μετά όλα τα άλλα. Πρώτα ικανοποιούμε τις ανάγκες μας και μετά αναζητάμε την ελευθερία και αναζητώντας την ελευθερία επαναορίζουμε τις ανάγκες μας.

β) Όλα αυτά συμβαίνουν. Προσπαθούμε μέσα από τις καθημερινές πρακτικές μας να τα κάνουμε. Αυτό που λείπει είναι η περαιτέρω πολιτικοποίησή τους. Δηλαδή, μια διαδικασία στην οποία όλα αυτά δεν θα συμβαίνουν απλά επειδή κάποια παρέα φίλων τα κάνει, επειδή έχουν αναπτύξει αναμεταξύ τους ωραία συναισθήματα. Η περαιτέρω πολιτικοποίησή τους – γιατί προφανώς είναι πολιτικοποιημένες οι απαντήσεις που δίνονται αλλά και οι άνθρωποι που το προσπαθούν – θα μπορεί να εμπεριέχει και κάποια επιπλέον πράγματα. Για παράδειγμα: θα έπρεπε αυτή η ποικιλία μορφών (είτε καταλήψεις, είτε οποιαδήποτε άλλη μορφή είναι δυνατή) να συνιστούν μια χειροπιαστή και υλοποιήσιμη κοινωνική πρόταση. Και αυτό είναι κάτι συγκεκριμένο που μπορείς να το επικοινωνήσεις με τον καθένα. Και άρα να υπάρξει ευθύνη και δέσμευση από τον καθένα για το αν συμφωνεί ή διαφωνεί κτλ., αν συμμετέχει ή όχι

γ) Η εμφάνισή/περαιτέρω πολιτικοποίησή τους ως προτάσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν έχει ως απαραίτητο συμπλήρωμα διαδικασίες όπου οι άνθρωποι καλλιεργούν και εργάζονται για αυτές τις διαφορετικές σχέσεις (ενάντια στην εκμετάλλευση και την εξουσία). Είτε για το αίσθημα της ιδιοκτησίας με τα υλικά αντικείμενα, είτε για την ιδιοκτησία σε μια φιλική ή ερωτική σχέση. Άρα, κοινότητες ανθρώπων οι οποίες συλλογικά καλλιεργούν από τη μια μεριά την συνείδησή τους και από την άλλη, την υλική τους καθημερινότητα βήμα – βήμα, σιγά – σιγά και συλλογικά με φροντίδα, αλληλοκατανόηση και διαφωνίες. Ποιες είναι αυτές οι διαδικασίες; Έχουμε τέτοιες; Αν δεν έχουμε να σκεφτούμε και να βρούμε και τις βάλουμε να δουλέψουν. Χρειάζονται χρόνια δουλειάς για να αλλάξουμε τις κοινωνικές μας σχέσεις ακόμα και στον περίγυρό μας.

δ) Αυτό που περιγράφω μας δίνει τη δυνατότητα και για κάτι ακόμα. Να χτίσουμε υλικές υποδομές με προοπτική αυτό να αντικαταστήσει σε διάφορα επίπεδα το υπάρχον. Όταν λέω διάφορα επίπεδα εννοώ από το ζήτημα των σπιτιών και της καθημερινής εμπειρίας στο δημόσιο χώρο μέχρι το ζήτημα των συναισθημάτων απέναντι στους ανθρώπους που είναι κοντά μας αλλά και απέναντι σε αυτούς που πολιτικοποιούμαστε ή και πιο γενικά απέναντι στο κράτος. Όσο αλλάζουμε βήμα το βήμα την καθημερινή μας βιωμένη πραγματικότητα, όσο δηλαδή κάνουμε τα γενικά προτάγματά μας, ειδικές βιωμένες εμπειρίες τόσο βαθαίνει η αλλαγή του κόσμου. Και τόσο γίνεται ορατή η δυνατότητα για μια πραγματική και ουσιαστική επανάσταση. Όταν ξεκινάμε με γενικά προτάγματα τα οποία δεν τα βλέπουμε με άμεσο χειροπιαστό τρόπο τότε αυτά καταλήγουν να είναι ιδεολογικές φανφάρες. Όταν αυτά μετασχηματίζουν τις ειδικές μας σχέσεις τότε όχι μόνο κάνουμε καλύτερη τη ζωή μας αλλά ανατροφοδοτούμε και τα προτάγματά μας. Είναι μια διαλεκτική διαδικασία που απαιτεί φροντίδα και δουλειά, στρατηγική και υπομονή. Μόνον έτσι γεννιέται ο καινούριος κόσμος. Όταν ένα μέρος του τον βιώνει στην καθημερινότητά του. Καμιά επανάσταση δεν ήρθε από τον ουρανό σαν μια στιγμή παρά φύτρωσε αργά μέσα από τα σπλάχνα της γης.

 

Leave a Reply

Your email address will not be published.