Δέκα χρόνια μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 σίγουρα θα κυκλοφορούν πολλές ερμηνείες που προσπαθούν να εντάξουν το γεγονός αυτό στην δικιά τους αφήγηση. Είτε από το κίνημα, είτε από την κυριαρχία. Για παράδειγμα αυτή η προσπάθεια από ένα καθεστωτικό που ρωτάει αν ο Δεκέμβρης οδήγησε στο τέλος του παλαιοκομματισμού. Κι αν αυτό το ερώτημα μοιάζει σε εμάς «ότι να ‘ναι», ας διερωτηθούμε για τους σκοπούς του καθενός που θέτει τα ερωτήματα. Η προσπάθεια της κάθε μεριάς είναι να εντάξει τα ιστορικά γεγονότα στην δικιά της αφήγηση, ακριβώς για να υπηρετήσει τον σκοπό της. Όταν το ενδιαφέρον σου (ως καθεστωτικό μέσο) είναι να εντάξεις τον Δεκέμβρη στην αναδιάταξη της κοινοβουλευτικής εξουσίας τότε μπορεί να διανοηθείς ένα τέτοιο ερώτημα για την σχέση του Δεκέμβρη με τον παλαιοκομματισμό – υπονοώντας ότι ενδιαφέρθηκε θετικά (ο Δεκέμβρης) για κάποιον νεοκομματισμό, όπως αυτόν που έχουμε τώρα.
Η εξέγερση του Δεκέμβρη είναι ένα γεγονός από αυτά που δεν μπορούμε ποτέ να ορίσουμε. Μπορούμε να βρούμε συνέχειες, πριν και μετά από αυτό, μπορούμε να βρούμε και ασυνέχειες. Το ζήτημα όμως από τη δική μας μεριά (την αναρχική) δεν πρέπει να είναι καν ο ορισμός του ή η πλήρης περιγραφή του. Το πώς και το γιατί του Δεκέμβρη μπορούν να το απαντήσουν αυτοί που τον πραγματοποίησαν αλλά και αυτοί που στάθηκαν είτε αδιάφοροι, είτε ακόμα και εχθρικά απέναντί του. Για να αντιληφθούμε τη σημασία του πρέπει να δούμε όχι μόνο τους φίλους του αλλά και τους εχθρούς του. Αν λοιπόν το ζήτημά δεν είναι η περιγραφή του τότε ποιο είναι; Είναι να δούμε τι μας μαθαίνει, τι κόσμο μας έχει παραδώσει και τι κόσμο μπορούμε να χτίσουμε πάνω σε αυτόν.
Η κοινότητα της ρήξης
Η εξέγερση του Δεκέμβρη δημιούργησε μια βαθιά ρήξη με ότι μέχρι τότε θεωρούνταν κανονικό. Δεν είναι τυχαίο ότι το «ενάντια στην κανονικότητα» ήταν από τα συνθήματα που εξέφραζαν μεγάλο μέρος των εξεγερμένων. Από την μεριά τους οι εξεγερμένοι, με τις διαφορετικές τους εμπειρίες και κοινωνικές θέσεις, με τις διάφορες πολιτικές αντιλήψεις, με τις διαφορετικές ανάγκες κι επιθυμίες τους συναντήθηκαν και δημιούργησαν από κοινού αυτή τη ρήξη, αυτό το σαμποτάζ της κανονικής ζωής, της παραγωγής και της κατανάλωσης, του ρυθμού της πόλης υπό την κυριαρχία του κράτους και των αγορών. Αυτό το σαμποτάζ ήταν η κοινότητα των εξεγερμένων. Αυτή η κοινότητα μετασχημάτισε τις συνειδήσεις χιλιάδων ανθρώπων, τους έθεσε ερωτήματα, τους έδωσε απαντήσεις, κατέστρεψε και δημιούργησε σχέσεις και γέννησε μια σειρά από καινούριες συλλογικές προσπάθειες.
Η ρήξη, λοιπόν, μπορεί να ειδωθεί ως το κοινό μας δημιούργημα. Εμείς οι εξεγερμένοι μπορούμε να αισθανόμαστε κοινότητα που σαμποτάραμε αυτόν τον κόσμο της κυριαρχίας. Ας κρατήσουμε αυτή την σημασία του.
Ο εξεγερμένος άνθρωπος δεν είναι μια ακόμη ταυτότητα που περιχαρακώνεται στον εαυτό της και σε αντίθεση με κάποιον άλλον. Ο εξεγερμένος είναι ο άνθρωπος που κινείται ενάντια, που δημιουργεί ένα σταμάτημα, που με την κίνησή του ακινητοποιεί την κυριαρχία. Είναι το αντίθετο της ταυτότητας, είναι αυτό που δεν μπορεί πλέον να ακινητοποιηθεί και να ταυτοποιηθεί, αυτό που δεν μπορεί να ταυτιστεί με κάτι άλλο. Γιατί το κάτι άλλο, είτε είναι οι ανάγκες του και οι επιθυμίες, είτε όποιος κόσμος ο καθένας φαντάζεται, αυτό το κάτι άλλο δεν έχει τεθεί ακόμα, δεν έχει ακόμα υπάρξει ούτε ως ιδέα. Κανείς δεν ταυτίζεται με κάτι γιατί δεν υπάρχει κάτι για να ταυτιστείς. Και είναι στην εξέγερση που ξεπερνάς τον ταυτοτικό τρόπο αντίληψης, που ξεπερνάς την μερικότητα και το εγώ, όχι επειδή τα καταπιέζεις αλλά επειδή τα πραγματοποιείς με την πλήρη εναντίωση σε ότι τα καταπιέζει. Η εξέγερση είναι η ζωή ενάντια στον θάνατο της ταυτότητας, στον θάνατο της ακινησίας, στον θάνατο της κυριαρχίας που αναλύει, κόβει σε κομμάτια και αναθέτει ρόλους στο σύστημα μιας πειθαρχίας είτε της κυκλοφορίας του εμπορεύματος, είτε όποιου άλλου. Δημιουργείς έναν καινούριο κόσμο επειδή καταστρέφεις ότι σε εντάσσει στην κανονικότητα της κυριαρχίας. Δεν έχεις ανάγκη την ταύτιση, ούτε την ιδεολογική συμφωνία επειδή είσαι δημιουργός της ιστορίας και το ξέρεις. Δεν έχεις την ανάγκη για ασφάλεια.
Το σύμπαν της αυτοοργάνωσης
Πέρα από τα φιλοσοφικά, η εξέγερση του Δεκέμβρη γέννησε όλα αυτά τα εγχειρήματα που έχουμε την ιστορική τύχη να βιώνουμε, όλες αυτές τις προσπάθειες για αυτοοργάνωση και έθεσε για πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία της περιοχής που μένουμε τόσο εμφατικά το «να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας» έξω από το κράτος και τους θεσμούς του. Αυτό το πολιτικό στίγμα είναι που τον κάνει τόσο ξεχωριστό για εμάς. Αυτή η εναντίωση για το κράτος, αυτή η αυτοπεποίθηση ότι μπορούμε να ζήσουμε όπως θέλουμε – πέρα από διανοητική σύλληψη – είναι ένα βίωμα που δε ξεχνιέται, ένα βίωμα που έχει χαρακώσει τα σώματά μας και η εξουσία δεν μπορεί να διαγράψει με τίποτα. Αυτό είναι ένας μεγάλος μπελάς για την εξουσία και το ξέρουμε.
Γεννήθηκε ένα νέο κοινωνικό σύμπαν, που οι αναρχικοί και οι πιο ριζοσπάστες αριστεροί ίσως, πρότειναν, φανταζόντουσαν και προσπαθούσαν να δημιουργήσουν, ένα κοινωνικό σύμπαν με ένα βαθμό αυτοσυνείδησης. Αυτής της περιόδου είμαστε παιδιά (τυχερά παιδιά στα σίγουρα) και είμαστε υποχρεωμένοι να χτίζουμε πάνω σε αυτή τη συνέχεια με τα σωστά της και τα λάθος της.
Η επόμενη περίοδος με τις πλατείες, τα μνημόνια και τους αγανακτισμένους έδωσε έδαφος για να συνεχίσει ο κόσμος να βρίσκεται στον δρόμο. Το αίτημα όμως για αλλαγή κυβερνητικής πολιτικής έθεσε το όριό του, έκανε ένα πισωγύρισμα σε σχέση με τον Δεκέμβρη, εξάρτησε την πολιτική μας επιθυμία από το κράτος. Και αυτός ήταν ένας από τους λόγους της βαθιάς αφομοίωσης και καταστολής. Παρ’ όλα αυτά δημιούργησε κάτι ακόμα. Ώθησε το σύστημα στα άκρα του, ανέθεσε σε μια σχεδόν κινηματική αριστερά και μια άκρα δεξιά την κυβερνησιμότητα. Το ώθησε στα άκρα χωρίς να βελτιώσει την ζωή των πολλών. Και αυτό το ξέρουν σχεδόν όλοι παρόλο που η ιδεολογία είναι φοβερό ψυχότροπο που μας κάνει να βλέπουμε την ίδια υλική συνθήκη σαν διαφορετική. Αυτή η λειτουργία της ιδεολογίας όμως μας θυμίζει πως η ζωή δεν είναι οι λεγόμενες «αντικειμενικές» υλικές συνθήκες αλλά και η αντίληψή μας για τον κόσμο, οι ανάγκες μας και επιθυμίες μας.
Αυτή τη θύμηση πρέπει να την κρατάμε, είναι το μεγάλο μας όπλο.
Ο Δεκέμβρης του 2018
Ο κόσμος αλλάζει συνέχεια. Αλλάζει αργά και αλλάζει και με τομές. Οι τομές ουσιαστικά επιταχύνουν τάσεις που ήδη ενυπάρχουν μέσα στις συνέχειες.
Δέκα χρόνια μετά τον Δεκέμβρη του 2008, δέκα χρόνια από το μήνα που γεννήσαμε το σύμπαν μέσα στο οποίο ζήσαμε, εξαντληθήκαμε, απογοητευτήκαμε και ερωτευτήκαμε θα έπρεπε να έχουμε κάνει μια παύση. Μια παύση για να αναλογιστούμε, να αποτιμήσουμε, να γεννήσουμε ξανά μέσα από τις συνέχειες αυτού του σύμπαντος.
Είδαμε ατομικά ποστ νοσταλγίας στο facebook (από ανθρώπους που ονειρεύονται να γίνουν ή και είναι περσόνες και διανοούμενοι του κινήματος), είδαμε ανακοινώσεις επετειακού χαρακτήρα, είδαμε και κάποια κείμενα που προσπαθούσαν να πουν κάτι πιο σημαντικό. Τι είναι αυτό που έλειψε; Μήπως έλειψαν καλές αναλύσεις και καλές θεωρίες; Μήπως εγώ τώρα προσπαθώ να καλύψω αυτή την έλλειψη; Σκατά στα μούτρα μου. Φυσικά και δεν έχει νόημα τίποτα τέτοιο. Λες και έλειψαν ποτέ οι θεωρίες.
Έλειψε η πραγματική συλλογική ζύμωση και συζήτηση, η πραγματική συνάντηση των εξεγερμένων και όσων έζησαν και γαλουχήθηκαν μέσα σε αυτό σύμπαν. Δεν συναντιόμαστε πλέον, δεν κάνουμε διάλογο, δεν διαφωνούμε δημόσια, δεν μπορούμε να φτιάξουμε μια κοινότητα ρήξης. Φτιάχνουμε κοινότητες ταυτοτήτων, κοινότητες ομοίων, παρέες, οικογένειες, κοινότητες όσων μας κάνουν να νιώθουμε άνετα και δεν μας ξεβολεύουν. Ο άλλος κόσμος δεν γεννιέται έτσι, δεν γεννιέται με ασφάλεια. Γεννιέται με ανασφάλεια και αγώνα, με δημιουργία και καταστροφή. Έλειψε λοιπόν η δημόσια συζήτηση, ο διάλογος για το τι έγινε όλα αυτά τα χρόνια, η σύγκρουση ανάμεσα στις διαφορετικές ερμηνείες, η κοινή συζήτηση για το πώς πρέπει να προχωρήσουμε.
Ο Δεκέμβρης του 2028
Για να γίνει αυτή η συζήτηση πρέπει να ξαναχτίσουμε την κοινότητα. Γι’ αυτό γράφω έτσι προβοκατόρικα για τον Δεκέμβρη του 2028. Ας σκεφτούμε πως θα είναι ο κόσμος το 2028 και πως θέλουμε εμείς να είναι τότε. Ποια στρατηγική πρέπει να ακολουθήσουμε και με ποιον τρόπο πρέπει να συγκροτηθούμε; Έχουμε ήδη δημιουργήσει μια ιστορία δεκαετίας, γιατί να μην συνεισφέρουμε και στην ιστορία της επόμενης δεκαετίας; Πρέπει να σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα. Τότε σίγουρα θα καταλάβουμε πόσο αναγκαία είναι αυτή η κοινότητα της ρήξης. Τότε ίσως ξαναθυμηθούμε τα πραγματικά μας πολιτικά περιεχόμενα μακριά από ηγεμονισμούς και παρέες. Όταν σκεφτούμε πως πρέπει να αλλάξουμε τον κόσμο και αυτό είναι μια αργόσυρτη διαδικασία και όχι κάτι που θα πραγματοποιήσουμε τώρα άμεσα και θα το απολαύσουμε εμείς στο έπακρον.
Χρειάζεται να δημιουργούμε συνέχεια κοινότητες ρήξεων. Πάνω σε αυτές θα δημιουργούμε πραγματικές σχέσεις αγώνα και αλλαγής του κόσμου. Πάνω σε αυτές πρέπει να επανέφευρουμε τους τόπους των κοινών συναντήσεων, του κοινού διαλόγου, της διαφωνίας σε ένα κοινό πεδίο. Μόνον καθώς δημιουργούμε αυτές τις κοινότητες θα μπορούμε να χαράξουμε μια στρατηγική, να οργανώσουμε την επιθυμία μας για τον κόσμο μας τον Δεκέμβρη του 2028. Τότε μόνο θα μπορέσουμε να απαντήσουμε στο πως αυτό το σύμπαν της αυτοοργάνωσης και του «να πάρουμε στη ζωή στα χέρια μας» θα χτίσει έναν καινούριο κόσμο που έχει συνείδηση του εαυτού του ως ξεχωριστού από τον κόσμο της κυριαρχίας, έναν κόσμο που δε θέλει να καταλάβει τα χειμερινά ανάκτορα, ούτε περιμένει να αλλάξει ο κόσμος εδώ και τώρα. Τότε μόνο θα μπορούμε να απαντήσουμε για το πώς θα χτίζουμε κάθε μέρα, με την κάθε μικρή και μεγάλη μας πράξη, με ένα εγχείρημα για την τροφή και τον αντιφασισμό, με τις εργατικές διεκδικήσεις και την άμεση δράση, με τις ερωτικές μας σχέσεις και την κατάργηση της ιδιοκτησίας στον κοινωνικό μας περίγυρο σε όλα τα επίπεδα, πώς θα χτίζουμε μια κοινωνική αυτονομία που θα ζούμε χωρίς εξουσία κι εκμετάλλευση.
Αυτή είναι η δικιά μας κοινωνική επανάσταση και όχι μια μεσσιανικού τύπου ανατροπή των πάντων. Μια κοινωνική αυτονομία που θα έχει συνείδηση του εαυτού της, που θα συγκρούεται και θα συμβιβάζεται με τον κόσμο της εξουσίας σε ένα, ας το πω, «εξωτερικό τείχος» και αυτό δε θα είναι πρόβλημα ιδεολογικής καθαρότητας αλλά ερώτημα τακτικής και στρατηγικής.
Όπως έγραψα και πιο πάνω ας κρατήσουμε εκείνο το μεγάλο μας όπλο: ότι η ζωή είναι κάτι πολύ περισσότερο από τις «αντικειμενικές» υλικές συνθήκες. Το να επιθυμούμε να χτίζουμε αυτή την κοινωνική αυτονομία μπορεί να σημαίνει ταυτόχρονα και ότι την χτίζουμε. Το χτίσιμο των σχέσεων σε αυτές τις κοινότητες των ρήξεων μπορεί να διασφαλίσει ότι δεν θα μένουμε στα λόγια. Όλα τα υπόλοιπα είναι ζητήματα κατανόησης, τακτικής, στρατηγικής και συσχετισμού δυνάμεων.
Χρόνια μας πολλά λοιπόν!
Στον Δεκέμβρη του 2028, του 2048, του 2108 ..