Στο πρώτο (και αρκετά βαρετό) μέρος είδαμε δύο βασικά πράγματα. Πρώτον, ότι η θεωρία και η δράση εμφανίζονται διαχωρισμένες εδώ και χιλιάδες χρόνια σε όλα τα συστήματα εκμετάλλευσης και ουσιαστικά αντιπροσωπεύουν και εκφράζουν τον κυρίαρχο καταμερισμό εργασίας. Δεύτερον, πως η θεωρία και η δράση είναι αδιαχώριστες από τη σκοπιά αυτού που στοχεύει στην συνολική αναπαραγωγή του όποιου κοινωνικού συστήματος (είτε καπιταλιστικό, είτε δουλοκτητικό).
Πάμε τώρα να δούμε τι συμβαίνει στους δικούς μας χώρους και στις δικές μας πρακτικές.
Κίνημα
Όπως λέω και στην αρχή του κειμένου αυτού, στους πολιτικούς μας χώρους παράγεται και αναπαράγεται συστηματικά αυτός ο διαχωρισμός. Όπως παράγεται σε όλη τη διάρκεια της κοινωνικής ιστορίας επειδή θεμελιώνει μια σχέση εκμετάλλευσης, αντιπροσωπεύοντας εκτός των άλλων και τον κυρίαρχο καταμερισμό εργασίας, έτσι και στους χώρους μας συμβαίνει ακριβώς το ίδιο. Δεν συμβαίνει επειδή είμαστε ανίδεοι ή δεν ξέρουμε από ιστορία (παρόλο που επηρεάζουν και αυτά) αλλά ακριβώς επειδή στο εσωτερικό μας υπάρχουν σαφείς σχέσεις εκμετάλλευσης που αυτός ο διαχωρισμός υπηρετεί. Ταυτόχρονα ισχύει με τον ίδιο τρόπο (ή θα έπρεπε να ισχύει) και η συνεχής άρση του.
Βλέπουμε τον διαχωρισμό να εκφράζεται κυρίαρχα ως έμφυλος καταμερισμός εργασίας, όπου η θεωρία, οι έννοιες, το επιχειρησιακό/οργανωσιακό σκέλος παράγεται από τους άνδρες, ενώ η εργασία, η φροντίδα για την αναπαραγωγή από τις γυναίκες. Για παράδειγμα, εγώ που γράφω τώρα και προσπαθώ να παράξω θεωρία με τρόπο συστηματικό «όλως τυχαίως» είμαι άνδρας. Προφανώς δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός. Μεγαλωμένος ως άνδρας, ένας από τους ρόλους που δομικά επιτελώ είναι και αυτός της παραγωγής της σκέψης. Όταν λέω δομικά εννοώ και ανεξάρτητα από τις προθέσεις μου. Αυτή είναι μία έκφραση των σχέσεων εκμετάλλευσης εντός του κινήματος. Υπάρχουν και άλλες πιο πολύπλοκες και σχετίζονται με τη δομή της οικογένειας (γονείς, παιδιά, θείοι/ες) με την οποία είναι σε μεγάλο βαθμό συγκροτημένοι οι χώροι μας ή και με ανισότητες ηλικίας και εμπειρίας κτλ.
Παράλληλα, κυριαρχεί ο φετιχισμός της θεωρίας και της δράσης. Από τη μια μεριά έχουμε τη λατρεία της πράξης, του πρακτικισμού (που πολιτικά έχει πάρει μορφή με την εξέγερση και την καταστροφή ως αυτοσκοπό και όχι ως μέσο) και άρα την αλλεργία στην θεωρητική δουλειά. β) Από την άλλη, την λατρεία της θεωρίας από διάφορους wannabe διανοούμενους του «χώρου» που προσπαθούν να κάνουν κινηματική “καριέρα” από την άνεση του σπιτιού τους και με αυτή την υπεροψία του συγγραφέα, που νιώθει διάφορα μεταφυσικά πράγματα σχετικά με την θεωρητική δουλειά. Continue reading